«Θα ξαναγίνουν όλα, θα πραγματοποιηθούν, και θα ονειρευτείτε όλα αυτά που είδα στον ύπνο μου εγώ». Ο μεγάλος ποιητής που τελικά έγινε γνωστός μέσα από τα φιλμ του γιού του Αντρέι
Ο Αρσένι Ταρκόφσκι (25 Ιουνίου 1907 - 27 Μαΐου 1989) ήταν Ουκρανός συγγραφέας. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Λογοτεχνίας και λόγω της κριτικής που δέχτηκε για το μυστικισμό του, αποσύρθηκε στην ποίηση και στη μετάφραση ξένης λογοτεχνίας. Έχει μεταφράσει Εβραίους, Γεωργιανούς, Αρμένιους, Τουρκμένιους ποιητές. Επί δεκαετίες ο σοβιετικός αναγνώστης τον γνώριζε μόνο ως μεταφραστή ξένων ποιητών. Ο Ταρκόφσκι έπρεπε να περιμένει 20 ολόκληρα χρόνια έως ότου να επιτραπεί η έκδοση της πρώτης του συλλογής με τίτλο "Πριν το χιόνι" (1962), η οποία εξαντλήθηκε πολύ γρήγορα. Η επίσημη λογοτεχνία τον αγνόησε προκλητικά, διότι δεν κολάκευε το καθεστώς.DOCTV.GR
25 Νοεμβρίου 2020
Τα ποιήματα του Αρσένι Ταρκόφσκι έγιναν γνωστά σε όλον τον κόσμο μέσα από τις ταινίες του διάσημου γιου του, Αντρέι. Στις ταινίες Καθρέφτης, Στάλκερ και Νοσταλγία ακούγονται ποιήματα του που κάποιες φορές διαβάζει ο ίδιος
Όλα αυτά τα χρόνια τα ποιήματα του κυκλοφορούσαν παράνομα γνωρίζοντας μεγάλη δημοτικότητα, κυρίως ανάμεσα στη νεολαία και πολλά σοβιετικά ροκ συγκροτήματα μελοποίησαν στίχους του. Στη δεκαετία του '70 τα ποιήματα του Αρσένι Ταρκόφσκι έγιναν γνωστά σε όλον τον κόσμο μέσα από τις ταινίες του διάσημου γιου του, Αντρέι. Στις ταινίες Καθρέφτης, Στάλκερ και Νοσταλγία ακούγονται ποιήματα του που κάποιες φορές τα διαβάζει ο ίδιος.Το 1966 εκδόθηκε η δεύτερη συλλογή του με τίτλο Της γης-γήινα, και ακολούθησαν οι συλλογές: Ειδήσεις (1969), Αγγελιαφόρος (1966-71), Μαγικά Βουνά (1978), Χειμωνιάτικη Μέρα (1980), Επιλογές (1982), Από τα νιάτα στα γηρατειά (1987) και Τα αστέρια πάνω από το Αραγκάντς (1989). Ο ίδιος έκανε μια επιλογή από τα πιο αγαπημένα του ποιήματα της περιόδου 1929-1977 και τα ενέταξε σε μια συλλογή στην οποία έδωσε τον τίτλο Λευκή μέρα, ενώ τα Άπαντά του κυκλοφόρησαν σε 3 τόμους το 1992. Πέθανε από καρκίνο το 1989 σε ηλικία 82 ετών. Το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς του απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του.
Χθες και σήμερα
Σε περίμενα χθες απ' το πρωί.
Μου είχαν πει πως δεν θα 'ρχόσουν.
Και ο καιρός -θυμάσαι;-
Αληθινή γιορτή! Βγήκα χωρίς παλτό.
Ήρθες σήμερα, κι η μέρα
Είναι τόσο μουντή και πένθιμη
Τώρα που βρέχει κι είναι η ώρα περασμένη,
Τώρα που οι βροχοστάλες λούζουν τα παγερά κλαδιά,
Τώρα που ούτε λέξη ούτε μαντήλι
Μπορεί να τις σκουπίσει.
Λευκή Μέρα
Kοντά στο γιασεμί υπάρχει μια πέτρα.
Κάτω απ' την πέτρα ένας θησαυρός.
Ο πατέρας στέκει στο μονοπάτι.
Λευκή-λευκή μέρα.
Στα λουλούδια εκατοντάφυλλη
Ασημένια λεύκα και πίσω της
Αναρριχώμενα τριαντάφυλλα,
Λευκό χορτάρι.
Ποτέ δεν γνώρισα
Μια τέτοια ευτυχία.
Ποτέ δεν γνώρισα
Μια τέτοια ευτυχία.
Να επιστρέψω εκεί μου είναι αδύνατο
Και να διηγηθώ δεν πρέπει,
Ω! Πόσο εξαίσια η ομορφιά
Αυτού του παραδεισένιου κήπου.
Ονειρευόμουν
Ονειρευόμουν αυτό κι ονειρεύομαι αυτό,
Και κάποτε ακόμα θα το ονειρευτώ,
Θα ξαναγίνουν όλα, θα πραγματοποιηθούν,
Και θα ονειρευτείτε όλα αυτά που είδα στον ύπνο μου εγώ.
Εκεί, μακριά μας, μακριά απ' τον κόσμο,
Ένα κύμα έρχεται πίσω απ' το άλλο για να χτυπήσει την ακτή,
Και πάνω στο κύμα αυτό ένα αστέρι, ένας άνθρωπος, ένα πουλί,
Και τα όνειρα κι ο χάρος τα κύματα ακολουθούν.
Δεν θέλω αριθμούς: ήμουν, είμαι και θα είμαι
Η ζωή, θαύμα των θαυμάτων, και μόνος μου,
Σαν ορφανός, στην αγκαλιά του θαύματος αυτού βάζω τον εαυτό μου,
Μόνος, τριγυρισμένος απ' τους καθρέφτες, στον φράκτη αντικατοπτρισμών
Των θαλασσών και πόλεων, που ακτινοβολούν μες στον καπνό.
Και μια μάνα δακρυσμένη παίρνει στην αγκαλιά της το μωρό.
Όπως σαράντα χρόνια πριν...
Όπως σαράντα χρόνια πριν
Απ' τη βροχή μουσκεμένος τα λόγια τους
Ξέχασα.
Ένοχος νιώθω κι ας λένε πως θα με συγχωρήσουν...
Και ξάφνου, στις δέκα και τρία τέταρτα της ώρας,
Σε μια στροφή εκτροχιάζεται το τρένο...
Κι όλα αυτά που θα ξανάρθουν σαράντα
Χρόνια μετά πάνω στα λαμπυρίζοντα τζάμια,
Μες στον καπνό του ταξιδιάρικου τρένου,
Αυτά που σιωπηλά πρόλαβες να πεις
Όταν το κομβόι τραντάχτηκε στον αέρα...
Κι έχοντας ήδη ξεπροβοδίσει τους άλλους
Στο σταθμό για την επιστροφή στα σπίτια τους,
Μέσ' από νερόλακκους και βούρκους
Οδοιπορούν τα παιδικά μου χρόνια,
Δαγκώνοντας σφιχτά τα δάχτυλά τους...
Από το βιβλίο του Αρσένι Ταρκόφκσι, Πουλιά ταξίδευαν στο δρόμο μας, εκδ. Ελεγεία.
Διαβάστε επίσης:
«Ταρκόφσκι: Πες της, γιατί δεν της λες;»
Αρσ. Ταρκόφσκι: Αποχαιρετώ όλους με όσους στη ζωή
εμφάνιση σχολίων