ΜΠΛΕ: Από τη Μεσαιωνική εποχή, οι ζωγράφοι απεικόνιζαν την Παναγία με μια λαμπερή μπλε ρόμπα, επιλέγοντας το χρώμα όχι για τον θρησκευτικό συμβολισμό του, αλλά για την μεγάλη του αξία.
Η απόχρωση Ultramarine blue προέρχεται από το lapis lazuli, έναν πολύτιμο λίθο που για αιώνες μπορούσε να βρεθεί μόνο σε μια οροσειρά στο Αφγανιστάν. Για εκατοντάδες χρόνια, το κόστος του lapis lazuli ανταγωνίστηκε ακόμη και την τιμή του χρυσού. Αυτό το πολύτιμο υλικό κέρδισε παγκόσμια δημοτικότητα και ανά τους αιώνες διακόσμησε από τα αιγυπτιακά φαγιούμ, μέχρι το Κορίτσι με το Μαργαριταρένιο Σκουλαρίκι, του Vermeer (1965). Στη δεκαετία του 1950, ο Yves Klein συνεργάστηκε με έναν Παρισινό προμηθευτή χρωμάτων για να εφεύρει μια συνθετική εκδοχή του Ultramarine blue, και αυτό το χρώμα έγινε η υπογραφή του Γάλλου καλλιτέχνη. Την μέθοδο παραγωγής αυτής της χρωστικής με την κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το 1960 και της έδωσε το όνομα International Klein. Εξηγώντας την ελκυστικότητα αυτής της ιστορικής απόχρωσης, ο Klein είπε: «Το μπλε δεν έχει διαστάσεις. Είναι πέρα από τις διαστάσεις».
O Turner χρησιμοποίησε ένα συνθετικό κίτρινο με βάση το μόλυβδο που είναι γνωστό ότι προκαλεί παραλήρημα. Με αυτήν ζωγραφισε και ο van Gogh τους ηλίανθούς του
ΚΙΤΡΙΝΟ: Λίγοι καλλιτέχνες στην ιστορία είναι γνωστοί για τη χρήση του κίτρινου, αν και οι Joseph Mallord William Turner και Vincent van Gogh είναι οι πιο αξιοσημείωτες εξαιρέσεις. Ο Turner αγάπησε τόσο αυτό το χρώμα που οι κριτικοί χλεύαζαν τον Βρετανό ζωγράφο, γράφοντας ότι οι εικόνες του «έπασχαν από ίκτερο» και ότι ο καλλιτέχνης μπορεί να έχει κάποια διαταραχή της όρασης. Για τις θαυμάσιες και ηλιόλουστες θαλασσογραφίες του, ο Turner χρησιμοποίησε
το Indian Yellow – μια φθορίζουσα βαφή που προέρχεται από ούρα αγελάδων που τρέφονται με μάνγκο, πρακτική που απαγορεύτηκε λιγότερο από έναν αιώνα αργότερα με την αιτιολογία της σκληρότητας απέναντι στα ζώα. Για λαμπρότερες πινελιές, ο Turner χρησιμοποίησε ένα συνθετικό κίτρινο, μια χρωστική ουσία με βάση το μόλυβδο που είναι γνωστό ότι προκαλεί παραλήρημα. Ο Vincent van Gogh ζωγράφισε επίσης τους ηλίανθους του με αυτή τη ζωντανή και χαρούμενη μα επικίνδυνη απόχρωση.
ΠΡΑΣΙΝΟ: Ενώ το πράσινο χρώμα σηματοδοτεί τη φύση και την ανανέωση, οι χρωστικές του είναι μερικές από τις πιο δηλητηριώδεις στην ιστορία. Το 1775, ο σουηδός χημικός Carl Wilhelm Scheele εφηύρε μια θανατηφόρα απόχρωση: το πράσινο του Scheele, μια λαμπρή χρωστική γεμάτη με το τοξικό χημικό αρσενικό. Φθηνό στην παραγωγή, το πράσινο του Scheele έκανε αίσθηση στην βικτοριανή εποχή, παρόλο που πολλοί υποψιάζονταν πως το χρώμα ήταν επικίνδυνο.
Η ταπετσαρία του υπνοδωματίου του Γάλλου αυτοκράτορα, Ναπολέων Βοναπάρτη, ήταν καλυμμένη με το πράσινο του Scheele και οι ιστορικοί πιστεύουν ότι η χρωστική ουσία προκάλεσε τον θάνατο του. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, το Paris Green –ένα παρόμοιο μίγμα χαλκού και αρσενικού– αντικατέστησε το πράσινο του Scheele ως εναλλακτική λύση, επιτρέποντας σε ζωγράφους όπως ο Monet, Renoir και Cezanne, να δημιουργήσουν ζωντανά, σμαραγδένια τοπία. Το Paris Green ήταν και αυτό εξαιρετικά τοξικό και ίσως ήταν υπεύθυνο και για την τύφλωση του Monet. Τελικά το χρώμα αυτό απαγορεύτηκε τη δεκαετία του 1960.
«Είναι βιολετί. Ο φρέσκος αέρας είναι βιολετί.» -Claude Monet
ΜΩΒ: «Ανακάλυψα τελικά το πραγματικό χρώμα της ατμόσφαιρας», είχε πει ο Claude Monet. «Είναι βιολετί. Ο φρέσκος αέρας είναι βιολετί». Οι ιμπρεσιονιστές λάτρευαν τόσο αυτή τη νέα απόχρωση που οι κριτικοί κατηγόρησαν τους ζωγράφους ότι είχαν «βιολετομανία». Οι μοβ σκιές και οι λεβάντες που ζωντανεύουν τα τοπία του Monet, οφείλουν πολλά στον Αμερικανό ζωγράφο, John Goffe Rand.
Το 1841, ο Rand απηύδησε με την ακατάστατη πρακτική της αποθήκευσης χρωμάτων στην ουροδόχο κύστη ενός γουρουνιού, η οποία ήταν η επικρατούσα μέθοδος για τη διατήρηση των χρωστικών εκείνη την εποχή, και δημιούργησε μια πιο πρακτική και φορητή επιλογή: έναν πτυσσόμενο σωλήνα από κασσίτερο. Αυτό επέτρεψε στους καλλιτέχνες να μεταφέρουν εύκολα το χρώμα τους σε υπαίθριους χώρους για να αποτυπώσουν τις εικόνες του περιβάλλοντος. Το γεγονός αυτό, οδήγησε με τη σειρά του στην παραγωγή άλλων αποχρώσεων, με την ανάμειξη χρωμάτων μέσα σε σωλήνες κασσίτερου, όπως το Manganese Violet, ένα προσιτό κυανό χρώμα που σήμαινε ότι οι καλλιτέχνες δεν έπρεπε πλέον να αναμιγνύουν κόκκινο και μπλε για να φτιάξουν μωβ.
ΜΑΥΡΟ: Η πιο σκοτεινή χρωστική ουσία, παραγόταν από την καύση οστών ζώων σε έναν θάλαμο χωρίς αέρα. Κι ενώ
οι ιμπρεσιονιστές απέφυγαν τις «μαύρες περιοχές» και βασίζονταν σε άλλα χρώματα για να αποδώσουν το σκοτάδι, αμερικανοί καλλιτέχνες στη δεκαετία του '50 και '60 έδωσαν έμφαση στο μαύρο. Οι Frank Stella, Richard Serra και Ad Reinhardt δημιούργησαν μονόχρωμες μαύρες ζωγραφιές, αφαιρώντας από τον καμβά οποιοδήποτε αντικείμενο εκτός από το ίδιο το χρώμα. Από κοινού, αυτοί οι ζωγράφοι αποδεικνύουν ότι το μαύρο χρώμα είναι ισχυρό όπως κάθε άλλο, ικανό για μεγάλη ποικιλία σε τόνους και υφές.
ΛΕΥΚΟ: Από όλες τις χρωστικές ουσίες που έχουν απαγορευτεί κατά τη διάρκεια των αιώνων, το χρώμα που έλειψε μάλλον περισσότερο στους ζωγράφους, είναι το λευκό. Αν και το λευκό μπορεί να αντικατοπτρίσει μια λάμψη φωτός όπως κανένα άλλο χρώμα, η παραγωγή του ήταν κάθε άλλο παρά γοητευτική.
Η ολλανδική μέθοδος του 17ου αιώνα για την κατασκευή της χρωστικής περιλάμβανε περιττώματα αγελάδων και αλόγων μαζί με μόλυβδο και ξίδι. Μετά από τρεις μήνες αναμονής σε ένα σφραγισμένο δωμάτιο, αυτά τα υλικά θα συνδυάζονταν επαρκώς ώστε να δημιουργήσουν νιφάδες καθαρού λευκού. Ενώ οι επιστήμονες στα τέλη του 19ου αιώνα προσδιόρισαν τον μόλυβδο ως δηλητηριώδη και μέχρι το 1978 οι Ηνωμένες Πολιτείες απαγόρευσαν την παραγωγή λευκού χρώματος μολύβδου, την ίδια εποχή, η Agnes Martin δημιούργησε το έργο της γύρω από την αναζήτηση της ομορφιάς και γαλήνης, χρησιμοποιώντας λευκό τιτανίου και ψευδαργύρου για να δημιουργήσει μονοχρωματικούς «αέρινους» και φωτεινούς πίνακες.
Με πληροφορίες από τις πηγές Artsy.net, Artnet.com,
Wikiart
Διαβάστε επίσης:
Η ιστορία του Μπλε
Kintsugi: Η ομορφιά του ραγίσματος
VIDEO: 500 χρόνια πορτρέτων σε 3′