Εὐφάνταστα ἄνθη, ἀφάνταστοι ἄνθρωποι
Συχνά πυκνά, τὴν ἄνοιξη, οἱ ἀνεμῶνες,μεθυσμένες ἀπὸ τὴν ὀμορφιὰ τῆς φύσης,γενικά, καὶ τὴ δική τους, εἰδικότερα, καὶ πεπεισμένες ὅτι εἶναι πράγματι κόρες τοῦ ἀνέμου, ξεχνοῦν τὴ φύση τους, ἐγκαταλείπουνε τὸ μίσχο τους, γίνονται πεταλοῦδες κι ἀρχινοῦν ἀπὸ λουλούδι σὲ λουλούδι νὰ πετοῦνε.DOCTV.GR | UNSPLASH
3 Οκτωβρίου 2023
Πολλὲς φορὲς ὑπῆρξα μάρτυρας αὐτοῦ τοῦ φαινομένου, ἀλλά, φοβούμενος ὅτι κι ἐγὼ ἤμουν μεθυσμένος καὶ μοῦ ’παιζε παιχνίδια ἡ φαντασία μου, προσέτρεξα σὲ σοβαρὰ συγγράμματα ποὺ ἔχουν ἐκπονήσει σοφοὶ φυσιοδίφες καὶ ἔμαθα ὅτι πρόκειται γιὰ συμπεριφορὰ πολὺ συνηθισμένη.
Τὸ ἴδιο, περίπου, συμβαίνει καὶ μὲ τὶς μαργαρίτες. Λέω «περίπου», γιατὶ αὐτὲς δὲν γίνονται πεταλοῦδες, ἀλλὰ μικροὶ ἥλιοι, ἀμέτρητοι μικροὶ ἥλιοι, ποὺ στριφογυρίζουν στὸ διάστημα, ἐπιτείνοντας τὴ θέρμη τοῦ Ἥλιου, ἐπισπεύδοντας ἔτσι τὸν ἐρχομὸ τοῦ θέρους.Ἐνώπιον αὐτῶν τῶν δύο φαινομένων, οἱ χωρὶς φαντασία ἄνθρωποι ἀντιδροῦν, ὡς συνήθως, ἐντελῶς ἠλιθίως.
Ἔτσι, ἔχουμε, ἀφενός,τοὺς ἐρασιτέχνες ἐντομολόγους ποὺ καρφιτσώνουν στὶς βιτρίνες τους ἄλικες πεταλοῦδες, γιὰ νὰ διαπιστώσουν, ὕστερ’ ἀπὸ λίγο, ὅτι καρφίτσωσαν κάτι μαυροκαφὲ εὔθρυπτα πέταλα, καί, ἀφετέρου, ὅλους ἐκείνους τοὺς εὐαίσθητους στὶς ὑψηλὲς θερμοκρασίες, ποὺ βγαίνουν ἀπ’ τὰ ροῦχα τους,γίνοντ’ ἔξω φρενῶνκαί, ἁρπάζοντας τουφέκια, ἀρχίζουν νὰ πυροβολοῦν τὸν οὐρανό,χωρὶς νὰ πετυχαίνουν, εὐτυχῶς, οὔτε μία μαργαρίτα.
Καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δὲ τὸ μόνο ποὺ καταφέρνουν εἶναι νὰ γίνουνε γελοῖοι.
Αργύρης Χιόνης, ῎Οντα καὶ μὴ ὄντα, Εκδ. Κίχλη. Ο Αργύρης Χιόνης (22 Απριλίου 1943-25 Δεκεμβρίου 2011) ήταν Έλληνας ποιητής και συγγραφέας. Άρχισε να γράφει ποιήματα σε έμμετρο στίχο στα 14 του χρόνια. Εμφανίστηκε στα γράμματα με ποιήματα που δημοσίευσε το 1963 στο περιοδικό Δωδέκατη Ώρα και το 1964 στη Νέα Εστία. Το 1966, σε ηλικία 23 ετών, εκδίδεται η πρώτη του ποιητική συλλογή, οι Απόπειρες φωτός. Έφυγε στο εξωτερικό το 1967, λίγο μετά τη δικτατορία. Εργάστηκε και δούλεψε σε Παρίσι και Άμστερνταμ, όπου έγινε γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής. Στις αρχές του 1968 δημοσιεύτηκαν ποιήματά του σε ολλανδικά περιοδικά ενώ στο Άμστερνταμ του χορηγήθηκε υποτροφία από την Εταιρεία Συγγραφέων. Στο εξωτερικό εκδόθηκαν δύο βιβλία του (Σχήματα Απουσίας και Μεταμορφώσεις) ενώ βραβεύτηκαν δύο θεατρικά έργα του Ο Ρήτορας και Αυτός εκτός και εντός του κοστουμιού του, το 1971. Τελικά διορίστηκε δάσκαλος ελληνικών στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο και παράλληλα εγγράφηκε, με κρατική υποτροφία, στη Σχολή Ιταλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ. Το 1977 επέστρεψε στην Ελλάδα όπου δούλεψε ως μεταφραστής, συνέγραψε μια σειρά παιδικών εκπομπών για το ραδιόφωνο και έκανε ένα ταξίδι στις ΗΠΑ, εκπροσωπώντας την Ελλάδα στο ετήσιο Διεθνές Συγγραφικό Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου της Iowa. Το 1982 προσλήφθηκε, κατόπιν διαγωνισμού, ως μεταφραστής στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες για τα επόμενα δέκα χρόνια. Το 1992 παραιτήθηκε από τη θέση αυτή και αποσύρθηκε στο Θροφαρί, ένα μικρό χωριό της ορεινής Κορινθίας, όπου ασχολήθηκε ως το τέλος της ζωής του μόνο με την καλλιέργεια της γης και της ποίησης. Ποιήματα και πεζογραφήματά του έχουν μεταφραστεί και δημοσιευτεί στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ολλανδικά, σερβοκροατικά και ρουμάνικα. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων. Τα τελευταία 20 χρόνια έζησε στην επαρχία ως αγρότης και συγγραφέας.
Διαβάστε επίσης:
Αντισταθείτε
Χιόνης: Ο άνθρωπος που έγινε δέντρο ζωής
Μίσσιος: Αγωνίζομαι να μείνω άνθρωπος
εμφάνιση σχολίων