DOCTV.GR | ΦΩΤΟ: ΣΠΥΡΟΣ ΣΤΑΒΕΡΗΣ
15 Δεκεμβρίου 2020
«Ένα έλασσον δημοσιογραφικό ζήτημα της τρέχουσας, καθημερινής δημοσιογραφικής πρακτικής κατέληξε σε μείζον με καταλύτη τη Μαλβίνα. Μια σειρά 21 μονόστηλων κειμένων μου με γενικό θέμα τη μορφή και όχι το περιεχόμενο της εκπομπής “Hostess” στο κανάλι MEGA προκάλεσαν τέτοια ταραχή, που όμοιά της δεν συνάντησα ποτέ στα 30 χρόνια που ασκώ το επάγγελμα του γραφιά.
Εξεπλάγην όταν ο καλός συνάδελφος Γιάννης Φλώρος, αρχισυντάκτης, μου τηλεφώνησε το βράδυ της 6ης Απριλίου (1998) για να μου πει πολύ ευγενικά και φανερά στενοχωρημένος πως θα ήταν προτιμότερο να μην βάλουμε την επομένη το δεύτερο από μια σειρά έξι μονόστηλων κειμένων σχετικών με την Μαλβίνα, που του είχα ήδη στείλει.
Μου κόπηκαν τα πόδια. Εκτός από τα έξι μονόστηλα που είχα στείλει στην εφημερίδα είχα στο συρτάρι μου έτοιμα άλλα δεκαπέντε με το ίδιο γενικό θέμα, την αισθητική της εκπομπής “Hostess”, παντελώς ουδέτερα πολιτικά. Το βράδυ της δεύτερης και τελευταίας δημοσιευμένης συνέχειας, μου τηλεφωνεί ο αρχισυντάκτης στις 00.30, μισή ώρα πριν κλείσει η σελίδα, και με ρωτάει αν άλλαξα γνώμη και αν απέσυρα την “απειλή” μου για διακοπή της συνεργασίας με το ημερήσιο φύλλο στην περίπτωση που δεν έμπαιναν όλα τα κείμενα για τη Μαλβίνα.
Του είπα πως ούτε άλλαξα ούτε είχα σκοπό ν’ αλλάξω γνώμη, τουλάχιστον τα προσεχή δέκα χρόνια. Την άλλη μέρα η στήλη μου “Κάθε Μέρα” απουσίαζε για πρώτη φορά από την εφημερίδα, ύστερα από 13 χρόνια συνεχούς παρουσίας».
Ο Ραφαηλίδης έστειλε λίγες μέρες μετά μια δεύτερη επιστολή, στον ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ αυτή τη φορά: «Ό,τι έγινε στη συνέχεια ανάμεσα σε μένα και τον για 15 χρόνια εργοδότη μου είχε εξ αρχής έναν έμμεσο μεν αλλά εμφανέστατο πολιτικό χαρακτήρα. Απολύθηκα για λόγους πολιτικούς, διότι αποκάλυψα τυχαία και χωρίς την πρόθεση να βλάψω κανέναν, τον κρυφό μηχανισμό της διαπλοκής των “διαπλεκόμενων συμφερόντων”. Είχε προηγηθεί η κατάργηση της πολιτικής εκπομπής της Μαλβίνας στο “Μέγκα”, κι αυτό σημαίνει πως μάλλον θα έπρεπε να ανέμενα τη σειρά μου. Ήμουν για 15 ολόκληρα χρόνια το αριστερό - αναρχομαρξιστικό άλλοθι μιας εφημερίδας, άλλοτε κεντροαριστερής, και άλλοτε κεντροδεξιάς, και τώρα το άλλοθι αυτό δεν μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν με πολιτικοοικονομική επάρκεια». Ακολουθούν δύο από τα κείμενα που περιέχονται στο βιβλίο:
Ο καλλιεργημένος άνθρωπος είναι αντισυμβατικός εξ ορισμού, αφού η κουλτούρα είναι εξατομικευμένη κατάσταση
Άλλο πολιτισμός και άλλο κουλτούρα: Σε αντίθεση με την έννοια πολιτισμός, που είναι σαφέστατη, η έννοια κουλτούρα είναι ασαφής. Όσα λεξικά κι αν ανοίξετε, θα βρείτε έναν διαφορετικό ορισμό της λέξης κουλτούρα, που σημαίνει καλλιέργεια. Καλλιέργεια ποιου πράγματος; Της γης κατ’ αρχήν. Η έννοια κουλτούρα έχει… αγροτική καταγωγή. Αγροτική καταγωγή εμμέσως έχει και η έννοια πολιτισμός, δια της οποίας δηλώνεται το έχον σχέση με την πόλη, σε αντιδιαστολή προς τα έχοντα σχέση με τους αγρούς και την αγροτική ζωή.Πολιτισμός είναι ο τρόπος που διαμορφώθηκε στις πόλεις, όπως άλλωστε και η πολιτική, λέξη ομόρριζη του πολιτισμού. Η πολιτική και ο πολιτισμός σχηματίζουν διαλεκτικό δίπολο: η πολιτική δημιουργεί πολιτισμό και ο πολιτισμός διαμορφώνει πολιτική. Η κουλτούρα είναι μια έννοια που εμφανίστηκε πολύ αργά, στις αρχές του 18ου αιώνα, για να δηλώνεται μ’ αυτήν μια κατάσταση καθαρά προσωπική.
Ο πολιτισμός αναφέρεται στην κοινωνία, ενώ η κουλτούρα στο άτομο. Κατά κάποιον τρόπο, κουλτούρα είναι ο πολιτισμός όπως τον αντιλαμβάνεται ο καθένας ή μάλλον όπως εμφανίζεται στον καθένα, κατ’ ανάγκην μέσα σε δεδομένες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες. Ο πολιτισμός προηγείται ιστορικά της κουλτούρας. Άνθρωπος απολίτιστος δεν μπορεί να έχει κουλτούρα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως ο πολιτισμένος έχει κατ’ ανάγκην. Ένας τεχνοκράτης είναι αναμφισβήτητα πολιτισμένος. Όμως μπορεί να μην έχει καλλιέργεια (κουλτούρα). Μια ποιότητα δηλαδή πνευματικής και ψυχικής τάξεως που εξατομικεύει τον πολιτισμό. Πολλοί μελετητές προτείνουν την κατάργηση της έννοιας κουλτούρα, διότι προκαλεί συγχύσεις όσον αφορά την έννοια πολιτισμός, όπως αυτές που προκαλεί ο λόγος της Μαλβίνας. Που, αν της αναγνωρίσουμε την καλλιέργεια (κουλτούρα) –και αποκλείεται να μην την αναγνωρίσουμε, αφού είναι ολοφάνερη–, δεν θα είναι δυνατόν να πούμε πως είναι απολίτιστη, αφού η κουλτούρα είναι έννοια είδους σε σχέση με τον πολιτισμό, που είναι έννοια γένους, για να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη.
Οι βωμολοχίες, τα ερωτικοσεξουαλικά υπονοούμενα, η απρεπής συχνά στάση της απέναντι σε μερικούς πολιτικούς, όλα αυτά μπορεί να συνιστούν «κακή συμπεριφορά», αλλά η καλή ή η κακή συμπεριφορά είναι μια σύμβαση, μια άτυπη συμφωνία των μελών του κοινωνικού σώματος και συνεπώς ανάγεται στο επίπεδο του πολιτισμού και όχι της κουλτούρας. Επειδή όμως ο καλλιεργημένος είναι κατ’ ανάγκην και πολιτισμένος, ενώ ο πολιτισμένος δεν είναι κατ’ ανάγκην και καλλιεργημένος, οι πολιτισμένοι μεν, ακαλλιέργητοι δε, τα μπέρδεψαν άσχημα με τη Μαλβίνα, διότι η έλλειψη καλλιέργειας δεν τους επιτρέπει να αναγνωρίσουν και να εκτιμήσουν στον λόγο της Μαλβίνας το στυλ, που είναι αισθητικής τάξεως φαινόμενο. Ο καλλιεργημένος άνθρωπος είναι αντισυμβατικός εξ ορισμού, αφού η κουλτούρα είναι εξατομικευμένη κατάσταση. Η ευγένεια, η λεπτότητα, όταν δεν είναι θέατρο, είναι πολιτισμός, δεν είναι κουλτούρα. Και ο απαίδευτος μπορεί να είναι ευγενής, και ο βλαξ μπορεί να είναι λεπτός. Η κουλτούρα όμως απαιτεί γνώση, μυαλό, ευαισθησία, εξοικείωση με την αισθητική.
Λόγος φατικός και λόγος χειμαρρώδης: Σε μια κοινωνία εξόχως ανταγωνιστική, ακόμη και ο λόγος έχει γίνει ανταγωνιστικός -ένα εμπόρευμα που πουλιέται κι αγοράζεται στις λαϊκές αγορές της τηλεόρασης, τις χωρίς πόρτες αλλά με παράθυρα ορθάνοιχτα για να μπαίνει φρέσκος αέρας, ώστε να μη βρωμίσουν περισσότερο τα ήδη βρώμικα κεφάλια πολιτικών ψαριών που μιλούν την ελληνική με τρόπο πολιτικά ψαρίσιο. Και, επειδή το ψάρι βρωμάει απ’ το κεφάλι, οι μαραγκοί των παραθύρων τα έφτιαξαν έτσι ώστε να βγάζουν το κεφάλι τους και να κοιτούν εμάς τους απ’ έξω και οι μπακαλιάροι της πολιτικής, που δεν θα βρωμίσουν ποτέ διότι είναι παστωμένοι -όσοι δεν είναι βαλσαμωμένοι.
Ο θρίαμβος του φατικού λόγου. Του λόγου που έχει ως αντικείμενο συζήτησης τον εαυτό του. Κάτι σαν τον φατικό λόγο των ερωτευμένων. Οι οποίοι έχουν κάθε λόγο να φάσκουν, να μιλούν για να μιλούν:
Μ’ αγαπάς; Σ’ αγαπώ. Πόσο μ’ αγαπάς; Τόσο. Ναι, αλλά εγώ σ’ αγαπώ περισσότερο. Αχ! περισσότερο κι από χτες; Δυο ερωτευμένοι μπορούν να «συζητούν» δυο ώρες λέγοντας μόνο μ’ αγαπάς - σ’ αγαπώ, σε μυριάδες παραλλαγές φατικού λόγου.
Ας ήταν τουλάχιστον ερωτευμένοι κι αυτοί που συζητούν στα παράθυρα της αφασικής τηλεόρασης. Κι όταν τσακώνονται, ας τσακώνονται τουλάχιστον στ’ αλήθεια, όπως εγώ, χωρίς να λογαριάζουν τις εντυπώσεις που πρέπει να προκαλέσει ο καυγάς στους ψηφοφόρους. Σικέ και το ξύλο; Άι σιχτίρ, μπάσταρδοι.
Προσέξτε τι λέει επί του θέματος ο Τεοντόρ Αντόρνο στο «Minima Moralia» (μετάφραση Βασίλης Τομανάς, εκδ. «Εκδοτική Ομάδα»): «Ο αυθορμητισμός και η αντικειμενικότητα στις συζητήσεις χάνονται ακόμη και στους πιο στενούς κύκλους. Πόσω μάλλον στις πολιτικές συζητήσεις, όπου ο πολιτικός λόγος έχει αντικατασταθεί από τις πολιτικές λέξεις της εξουσίας. Ο λόγος έχει γίνει σπορ. Οι ομιλητές προσπαθούν να συγκεντρώσουν πόντους. Δεν υπάρχει καμιά συζήτηση όπου να μην υπεισέρχεται ο ανταγωνισμός σαν δηλητήριο. Άσχετα από το τι λέγεται, όλοι θέλουν να έχουν δίκιο, να κερδίζουν. Όμως, ως καθαρά μέσα εξουσίας που είναι, οι λέξεις της εξουσίας αποκτούν μια μαγική εξουσία πάνω σ’ εκείνους που τις χρησιμοποιούν. Μια μόνο λέξη που ειπώθηκε μια μόνο φορά βασανίζει αυτόν που την είπε και τους άλλους που την άκουσαν».
Σ’ αυτό το βασίλειο της λέξης, η εξωτική δημοκρατία του λόγου της Μαλβίνας είναι μια απολαυστική όαση μέσα στο πέλαγος της αμιαφασίας του φατικού τηλεοπτικού λόγου, του λόγου που υπάρχει για να υπάρχει, ίσα ίσα για να μην είναι βουβή η εικόνα. (Καλύτερα να ακουγόταν μουσική υπόκρουση αντί για ομιλία, που άλλωστε δεν ομιλείται, απλώς εκφέρεται, συχνά εντελώς άτεχνα).
Ο λόγος της Μαλβίνας είναι ένας καταρράκτης, μπορείς να καθήσεις κάτω του και να λουστείς λόγο χειμαρρώδη, ζουμερό σαν φρέσκια μουσική πανηγυριού, ηχηρό σαν ώριμο ροδάκινο που πέφτει απ’ το δέντρο και κινητοποιεί το μυαλό του Νεύτωνα. Τη βλέπουν για να την ακούν, ακόμη κι αυτοί που ούτε να τη δουν ούτε να την ακούσουν θέλουν, τη σκασμένη τη γλωσσού, την ακατοίκητη.
Διαβάστε επίσης: Μαλβίνα: Κοινή Γνώμη
εμφάνιση σχολίων