Έξι μήνες σε ένα μακρινό νησί, σε μια καλύβα. Οι ιστορίες της Ελένης Ξένου γίνονται τώρα στήλη στο DOC TV
ΕΛΕΝΗ ΞΕΝΟΥ
7 Ιανουαρίου 2011
ΉΤΑΝ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΟΥ ΕΜΟΙΑΖΕ ΜΕ ΠΑΡΑΜΥΘΙ γι’ αυτό σκέφτηκα πως και γω έπρεπε να φορέσω στο πόδι μου ένα δαχτυλίδι. Να περπατάω ξυπόλητη στα μικρά μονοπάτια εκείνου του νησιού και να γυαλίζουν τα τρία χαραγμένα ψαράκια, στο μεσαίο μου δάχτυλο. Πλήρωσα, τον ευχαρίστησα και έφυγα. Περπάτησα μέχρι την παραλία και άναψα ένα τσιγάρο περιμένοντας την μικρή βάρκα που θα με πήγαινε στο απέναντι νησάκι. Κοίταξα ακόμα μια φορά το ασημένιο μου γοβάκι και σκέφτηκα πως το βράδυ, όταν θα πηγαίναμε σε κείνο το μπαρ πάνω στους βράχους θα σταματούσα πια να παίζω, εκείνο το παιγνίδι. Το παιγνίδι με το κάρμα των παπουτσιών…
ΤΟ ΚΑΡΜΑ ΤΩΝ ΠΑΠΟΥΤΣΙΩΝ. Μόλις το είχα πρωτοακούσει μου φάνηκε αστείο. Κάτι σαν μαγικό, σαν ξόρκι, μα ύστερα μου το εξήγησαν. Πως σ’ αυτό το εξωτικό νησί επειδή όπου κι’ αν πας πρέπει να ‘σαι ξυπόλητος, αφήνεις πάντα τα παπούτσια σου στην είσοδο. Κι’ ύστερα, φεύγοντας μπορεί να μην τα βρεις ποτέ ξανά. Μπορεί να τα φοράει κάποιος άλλος, μα δεν θα ‘χει σημασία, γιατί και συ θα μπορέσεις να φορέσεις τα παπούτσια αλλωνών. Και έτσι τα παπούτσια αλλάζουνε πόδια, αλλάζουνε τύχες, αλλάζουνε ζωές. Γι’ αυτό και όλοι εδώ μιλάνε για το κάρμα των παπουτσιών, με μια διάθεση μυστηρίου, λες και είναι ένας τρόπος να προκαλέσεις την τύχη σου ή την ζωή σου.
ΑΚΟΥΓΑ ΘΥΜΑΜΑΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΜΟΥ ΦΑΙΝΟΤΑΝΕ ΣΧΕΔΟΝ ΕΞΩΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ. Όσο όμως περνούσαν οι μέρες, συνειδητοποιούσα πως αυτό ήθελα να γίνει το παιγνίδι μου. Είχα αποκτήσει μια διαστροφική σχεδόν εμμονή να αλλάζω κάθε βράδυ παπούτσια. Να φεύγω από το μπαρ με διαφορετικά πέδιλα και με την πεποίθηση πως αλλάζοντας παπούτσια, θα μπορούσα να ζήσω για λίγο στις ζωές των άλλων. Να περπατώ στα δικά τους βήματα και να ανακαλύπτω πού ήθελαν να τους βγάλει ο δρόμος. Φρόντιζα, μάλιστα, να μαρκάρω σε ποιόν άνηκε το κάθε ζευγάρι. Παρακολουθούσα πού τοποθετούσε ο καθένας τα δικά του παπούτσια, ώστε να ξέρω ποιού την ζωή θα δανειζόμουν. Δεν ήμουν ένας απλός κλέφτης παπουτσιών. Είχα μετατραπεί σε ένα κλέφτη ζωών. Έτσι σκεφτόμουνα…
ΕΙΧΑ ΠΑΝΤΑ ΑΥΤΗ ΤΗΝ «ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ». Παρατηρούσα, θυμάμαι, από το μπαλκόνι μου, τα απέναντι μπαλκόνια και προσπαθούσα να φανταστώ πως ζούνε τις ζωές τους οι άνθρωποι όταν κατεβάζουν τις κουρτίνες. Ήθελα να έχω εκείνο το μαγικό ραβδί που θα με έκανε αόρατη, έτσι ώστε να τρυπώνω πίσω από τις κλειστές πόρτες και να ακούω τις καθημερινές σκέψεις των άλλων, ακόμα και όταν δεν τις ομολογούσαν, να κοιτώ την έκφραση τους όταν δεν τους κοιτάει κανείς και να παρακολουθώ τις χειρονομίες τους, όταν πια η μέρα δεν είχε την δύναμη να τους αποσπάσει την προσοχή από την ζωή. Ήταν πολλά τα καλοκαιρινά βράδια που την έβγαζα έτσι. Στην βεράντα καθισμένη, εκεί στην άσπρη ξεθωριασμένη καρέκλα να προσπαθώ να διακρίνω τις ζωές, στις απέναντι πολυκατοικίες. Τις ζωές των άλλων. Και να που τώρα, σ’ αυτό εδώ το νησί είχα βρει το κάρμα των παπουτσιών…
ΕΒΑΖΑ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ ΣΤΙΣ ΜΑΥΡΕΣ ΣΑΓΙΟΝΑΡΕΣ ΤΟΥ ΑΝΤΡΕΑ, έκλεινα τα μάτια μου και φανταζόμουνα πως με ένα μαγικό τρόπο έμπαινα ήδη στο μυαλό του, πως σερνόμουνα μέχρι το δωμάτιο του, τραγουδώντας ιταλικά τραγούδια. Και ύστερα πως έγερνα στο μαξιλάρι του και λίγο πριν κοιμηθώ έκανα την ίδια υπόσχεση. Πως όταν γυρίσω πίσω στο Μιλάνο θα ζητήσω συγνώμη από την Φραντζέσκα που την παράτησα, γιατί με ρώτησε αν την αγαπώ και γω, εγώ ο Αντρέα, έφυγα γιατί φοβήθηκα.
ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ ΣΗΜΑΔΕΥΑ ΤΑ ΔΕΡΜΑΤΙΝΑ ΣΑΝΔΑΛΙΑ ΤΟΥ ΜΠΕΝ και διερωτόμουνα αν θα μου αποκάλυπταν, μόλις τα έβαζα στα πόδια μου, γιατί το ίδιο απόγευμα εκείνος έκλαιγε, καθώς κοιτούσε την θάλασσα. Κι’ ύστερα ήθελα να φορέσω τα λαστιχένια παπούτσια της Κριστίν για να με πάνε μέχρι την Αμερική, σε ένα σπίτι λευκό με μεγάλη αυλή και γρασίδι και μυρωδιές από σπιτικά κέικ και την μάνα της να απλώνει τα ρούχα στην πίσω βεράντα και να της φωνάζει πως είναι καιρός να κοιτάξει να βρει ένα παιδί να την παντρευτεί.
ΚΙ ΥΣΤΕΡΑ ΘΑ ΕΚΛΕΒΑ ΕΚΕΙΝΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ. Που ήτανε με σχέδια και περίεργα χρώματα και που ήμουνα σίγουρη πως θα με πηγαίνανε σε όλους του τους φόβους, που τους ζωγράφιζε τα βράδια και τους ξόρκιζε με χρωματιστά λουλούδια σε λευκά χαρτόνια, και έτσι ποτέ δεν μιλούσε γι’ αυτούς. Και μετά θα φορούσα -αυτό είχα σκοπό να κάνω- θα φορούσα τα πέδιλα της Άννας, για να μάθω αν κι’ αυτή βρισκότανε εδώ γιατί ήθελε κάτι ή κάποιον, να πεθυμήσει.
ΕΠΑΙΖΑ ΛΟΙΠΟΝ, ΑΥΤΟ ΤΟ ΠΑΙΓΝΙΔΙ ΓΙΑ ΜΕΡΕΣ. Φορώντας στα πόδια μου -έτσι φανταζόμουνα- τις ζωές των άλλων. Και γυρνώντας τα βράδια στις σκέψεις τους και στα καθημερινά τους μυστικά. Στα μαξιλάρια με τα όνειρα τους και στα σεντόνια με τους ανήσυχους ή τους ήσυχους τους ύπνους. Μέχρι εκείνη την μέρα…
ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΤΟ ΔΟΚΙΜΑΣΕΙΣ; ΜΕ ΡΩΤΗΣΕ. Γύρισα και τον κοίταξα με χαμόγελο. Είχε ξανθά μακριά μαλλιά και ξανθά μάτια. Δεν ξέρω πως γίνεται αυτό, άλλα δεν μπορώ αλλιώς να περιγράψω το χρώμα των ματιών του. Ήτανε ξανθό σαν χρυσό. Σκούπισα την άμμο από το πόδι μου και φόρεσα το ασημένιο δαχτυλίδι με τα τρία ψαράκια. Μου πρόσφερε τσιγάρο, με ρώτησε από πού είμαι, μου είπε πως εκείνος ζει τώρα σε άλλη χώρα από την δική του, δεν ξέρει για πόσο ακόμα, μα δεν είχε σημασία. Μου είπε κι’ άλλα και γω του έλεγα διάφορα, μα σκεφτόμουνα πως εκείνο που ήθελα να του πω, έτσι ξαφνικά, καθώς φορούσα το μικρό ασημένιο δακτυλίδι, ήταν πως θέλω να με πάρει μαζί του και να ζήσουμε σε ένα μικρό σπιτάκι στην άγνωστη χώρα. Κι’ ας μην με ξέρει, κι’ ας μην ξέρω να μιλώ στη γλώσσα του, ήξερα μόνο μια φράση που σήμαινε «σήμερα είναι η μέρα»… Δεν είπα τίποτα από όλα αυτά, μα αισθανόμουνα πως θα μπορούσα να τα είχα πει και ακόμη περισσότερο πως θα μπορούσα να τα είχα κάνει. Να φύγω ξαφνικά με ένα άγνωστο απλά και μόνο γιατί είχε μακριά ξανθά μαλλιά και ξανθά μάτια και να ζήσω μαζί του σε μια άγνωστη χώρα, την δική μου ζωή…
ΠΛΗΡΩΣΑ, ΤΟΝ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΑ ΚΑΙ ΕΦΥΓΑ. Φεύγοντας άφησα εκεί τα παπούτσια μου στην είσοδο του καταστήματος, για να βρούνε το δικό τους κάρμα. Κοίταξα το ασημένιο δαχτυλίδι στο πόδι μου, κοίταξα και την θάλασσα και ήμουνα σίγουρη πια πως εγώ ήδη φορούσα την ζωή μου.
Η Ελένη Ξένου είναι διευθύντρια του Υστερόγραφου, του μοναδικού κυπριακού περιοδικού που συλλέγουμε για τη βιβλιοθήκη μας. Ζει στη Λευκωσία.
εμφάνιση σχολίων