Όλα αυτά επιφανειακά βέβαια, γιατί
πίσω από αυτή την εικονική πραγματικότητα η γκετοποίηση της μαύρης κοινότητας, οι διακρίσεις και οι ανισότητες στις συνθήκες ζωής λευκών και μαύρων έκαναν το Ντιτρόιτ ένα κοινωνικό καζάνι που έβραζε.
Η αφορμή για όσα επακολούθησαν ήταν ασήμαντη, όπως συμβαίνει συνήθως στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα. Τις πρώτες πρωινές ώρες της Κυριακής της 23ης Ιουλίου, η αστυνομία έκανε έφοδο σε ένα “after” μπαρ της πόλης που δεν είχε άδεια λειτουργίας και έκανε απόπειρα να συλλάβει τους θαμώνες. Μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία της σύλληψης, ένα μικρό πλήθος συμπαράστασης συγκεντρώθηκε έξω από το μπαρ. Λίγο αργότερα έγινε η πρώτη λεηλασία καταστήματος. Από κει και πέρα και για τις επόμενες πέντε μέρες η κατάσταση έφυγε κυριολεκτικά εκτός ελέγχου.
Λεηλατήθηκαν 2.500 καταστήματα και 412 καταστράφηκαν ολοσχερώς. Σκοτώθηκαν 43 άνθρωποι (εκ των οποίων οι 33 μαύροι), τραυματίστηκαν 467 (από τους οποίους 182 πολίτες), και συνελήφθηκαν 7.231 άτομα. Ο μικρότερος ήταν 4 ετών (!) κι ο μεγαλύτερος 82. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς στην εξέγερση και τις λεηλασίες συμμετείχαν ενεργά 10.000 ενώ το πλήθος που παρακολουθούσε σαν θεατές έφτανε τους 100.000.
Στην πόλη επιβλήθηκε απαγόρευση κυκλοφορίας και απαγορεύτηκε η πώληση αλκοόλ και όπλων. Οι καταστροφές και οι οδομαχίες έλαβαν χώρα κυρίως σε συγκεκριμένες περιοχές - γκέτο του κέντρου. Στατιστικά, το 80% αυτών που συμμετείχαν στις λεηλασίες ήταν αφρό-αμερικανοί, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις επίσης αφρό-αμερικανών έμειναν ανέπαφες.
Τελικά, αφού η τοπική αστυνομία -παρά τις κατά συρροή παραβάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα εν ψυχρώ εγκλήματα, και την έντονη χρήση βίας- δεν κατάφερε να θέσει υπό έλεγχο την κατάσταση, παρενέβη ο ομοσπονδιακός στρατός και η εθνοφυλακή υπό τις διαταγές του προέδρου Johnson. Στην πόλη μπήκαν τανκς, οπλοπολυβόλα, 4.700 αλεξιπτωτιστές, και 8.000 της εθνοφυλακής. Δεν αποσύρθηκαν παρά την 29η Ιουλίου, όταν η κατάσταση καταλάγιασε, αφήνοντας πίσω τους πολλούς νεκρούς και τραυματίες (και από τις δύο πλευρές).
Εκ των υστέρων έσπευσαν όλοι να ερμηνεύσουν το φαινόμενο. Γιατί αυτό το βίαιο ξέσπασμα;
Η έρευνα που έγινε από μία επιτροπή που συστάθηκε ακριβώς για να ερευνήσει τα αίτια των εξεγέρσεων του 1967, έδειξε ότι οι συνθήκες ζωής της αφρό-αμερικανικής κοινότητας προ εξέγερσης ήταν κάθε άλλο παρά ειδυλλιακές. Διπλάσια ανεργία, πολλά περιστατικά αδικαιολόγητης αστυνομικής βίας, μεγάλη πληθυσμιακή πυκνότητα στα γκέτο, άθλια σχολεία, ελλιπής πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και διακρίσεις σε όλα τα επίπεδα.
Η εξέγερση του Ιουλίου του 1967 έστρεψε την προσοχή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στη «μαύρη» κοινότητα του Ντιτρόιτ και έφερε περισσότερους πόρους για την βελτίωση των ανισοτήτων. Ταυτόχρονα ξεκίνησε και μια μαζική φυγή «λευκών» που άλλαξε τις ισορροπίες και την τοπική πληθυσμιακή σύνθεση, τόσο που το 1974 εκλέχτηκε ο πρώτος αφρο-αμερικανός δήμαρχος της πόλης
Coleman Young. Επιπλέον
το Ντιτρόιτ κέρδισε τον τίτλο της μόνης πόλης των ΗΠΑ που έχει καταληφθεί από ομοσπονδιακό στρατό τρεις φορές στην ιστορία της. Αναφορά στην εξέγερση του Ντιτρόιτ υπάρχει και στην ταινία
Across the Universe. Και βέβαια
όσο η βία έπαιρνε την ακραία μορφή της στο Ντιτρόιτ, οι χίπις γιόρταζαν την ειρήνη και την αγάπη, στο «Καλοκαίρι της Αγάπης» στο Σαν Φρανσίσκο…
Οι συνειρμοί που μπορούμε να κάνουμε σε σχέση με τις σημερινές συνθήκες στις μεγάλες πόλεις, τις αυξανόμενες φυλετικές διακρίσεις και την γκετοποίηση ολόκληρων γειτονιών και κέντρων, είναι τρομακτικά πολλοί. Αν διαβάζαμε καλύτερα την ιστορία ίσως προλαμβάναμε και αυτά που «έρχονται».