«Χωρίς τον ερωτισμό ο άνθρωπος δε θα ήταν άνθρωπος»
Χωρίς τον ερωτισμό ο άνθρωπος δε θα ήταν άνθρωπος. Προσοχή όμως: ο ερωτισμός δεν είναι ξέφρενη ακολασία, ξέφραγη ασέλγεια, κουτή και κούφια κραιπάλη. Ο ερωτισμός είναι μοναξιά, σιωπή, αγωνία, τρόμος κι αντιμετώπιση της ακρότητας, δηλαδή του θανάτου.DOCTV.GR | PHOTO: PEXELS
5 Οκτωβρίου 2020
Ο ερωτισμός δεν είναι ηδονισμός χαρούμενος, επιπόλαιος και εύκολος, δεν είναι ικανοποίηση των ενστίκτων, χορτασμός των ορμών, παιχνίδι των ιδιόρρυθμων τάσεων, ανακούφιση μιας επιτακτικής φυσικής ανάγκης, χαλάρωση της έντασης του πόθου και κατευνασμός του πάθους, μηχανική εκσπερμάτωση, το σύνολο των «διαστροφών», και κάποιος ιδιωτικός ή κοινωνικός τίτλος τιμής που κάνει τα άτομα να ξιπάζονται και να αισθάνονται απαλλαγμένα από τα «περιττά βάρη» ή βασανιστικά συμπλέγματα.
Ο ερωτισμός είναι μια συμπεριφορά, που οδηγεί στα άκρα, δηλαδή στην αγωνία και στην πτώση
Ο ερωτισμός δεν είναι απελευθέρωση. Ο ερωτισμός είναι μια συμπεριφορά, που οδηγεί στα άκρα, δηλαδή στην αγωνία και στην πτώση, στη διακύβευση της ακεραιότητας, στο διασυρμό των αξιών, στην απώλεια, στην παράδοση άνευ όρων στα χέρια της τύχης και στην καταστροφή.Η καταστροφή, εδώ, έχει το νόημα που έχει στην τραγωδία. Η «καταστροφή», μέσα από τη διάσταση του ερωτισμού, παίρνει έναν καθολικό χαρακτήρα και σημαδεύει καίρια την ανθρώπινη ζωή, ξεγυμνώνοντάς της απ’ όλες της τις αυταπάτες και δείχνοντάς της, μέσα σε κατάσταση ιλίγγου και έξαρσης, το αβυσσαλέο βάθος των αποθεμάτων της.
Όπως γράφει και ο Βίλχελμ Ράιχ, «βιοενεργητικά, ο οργασμός σημαίνει απώλεια της ατομικότητας του ανθρώπου μέσα σε μια διαφορετική κατάσταση ύπαρξης»
Ο ερωτισμός είναι απόλυτο κι απεριόριστο ξόδεμα όλων των δυνάμεων, ένας παροξυσμός τους, μια δαπάνη του ανθρώπινου δυναμικού που δεν έχει σχέση ούτε με τη διαλεκτική ούτε με το δυϊσμό, αλλά κατευθύνεται ίσια και προς ένα μοναδικό σημείο όπου ο άνθρωπος τα παίζει όλα για όλα, γι αυτό και η κατεύθυνσή του είναι πρόστυχη, μια κατεύθυνση δηλαδή που οδηγεί μόνη αυτή στην κυριαρχία του ανθρώπου και στην υπέρτατη κατάκτησή του, που δεν είναι άλλη από την ακραία βίωση της πληγής του, η οποία δεν κλείνει ποτέ και με τίποτα.Διότι η ερωτική πράξη μπορεί να επέλθει με οιονδήποτε, ο οργασμός όμως, ο αφανισμός του ενός σώματος μέσα στο άλλο, ο σχεδόν θανατηφόρος σπασμός του, δεν μπορεί να επιτευχθεί με οιονδήποτε. Όπως γράφει και ο Βίλχελμ Ράιχ, «βιοενεργητικά, ο οργασμός σημαίνει απώλεια της ατομικότητας του ανθρώπου μέσα σε μια διαφορετική κατάσταση ύπαρξης».
Γράφει ο Δημήτρης Δημητριάδης, στον πρόλογο της Ιστορίας του ματιού (Ζωρζ Μπατάιγ, εκδ. Άγρα). Ο Δημήτρης Δημητριάδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1944. Σπούδασε θέατρο και κινηματογράφο στις Βρυξέλλες από το 1963 μέχρι το 1968. Εκεί έγραψε, το 1965-66, το πρώτο θεατρικό του έργο, Η τιμή της ανταρσίας στη μαύρη αγορά, το οποίο ανέβασε ο Patrice Chereau το 1968, στο Theatre de la Commune d’ Aubervilliers, στο Παρίσι. Το 1978 εκδόθηκε το Πεθαίνω σα χώρα, το πρώτο του πεζογράφημα και το 1980 η ποιητική ενότητα Κατάλογοι 1-4. Μετέφρασε έργα των J. Genet, M. Blanchot, G. Bataille, Nerval, Balzac, W. Gombrowicz, B.-M. Koltes, T. Williams, Moliere, Shakespeare, M. Duras, Courteline, S. Beckett, Ευριπίδη και Αισχύλου.
Διαβάστε επίσης:
Δημητριάδης: Μόνον ο άνθρωπος
Δ. Δημητριάδης: Πεθαίνω σαν χώρα
Δημητριάδης: Η στιγμή όπου ζεις ξανά
εμφάνιση σχολίων