Νεκρές ψυχές, του Νικολάι Γκόγκολ, και 2 νέες εκδόσεις
ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΤΑΜΗΣ [email protected]
20 Μαΐου 2014
ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΓΙ’ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΝΑ ΜΕΤΡΑΝΕ: «Νεκρές ψυχές», του Николай Васильевич Гоголь (Νικολάι Γκόγκολ), Ζαχαρόπουλος 1993, μετάφραση Ανδρέας Σαραντόπουλος. Την εβδομάδα αυτή, ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις, είπα να ξεφύγω λίγο από τα καθ’ ημάς και να ασχοληθώ με την πιο θερμή, ετούτη τη στιγμή, γειτονιά της γηραιάς ηπείρου. Μπορεί η χερσόνησος της Κριμαίας να αποτελεί μήλον της έριδος ανάμεσα σε Κίεβο και Μόσχα, όμως από τότε που Ρώσοι και Ουκρανοί επέλεξαν να ακολουθήσουν ως έθνη ανεξάρτητες πορείες, άλλη είναι η μόνιμη αφορμή καβγά και παρεξήγησης: ο Νικολάι ο Γκόγκολ. Γεννημένος στα εδάφη της σημερινής Ουκρανίας, αλλά καθιερωμένος λογοτεχνικά ως «Ρώσος κλασικός», ο συγγραφέας της «Μύτης» και του «Επιθεωρητή» διεκδικείται πεισματικά ως πρόγονος από αμφότερους τους πρώην συγκατοίκους. Κάτι που ασφαλώς θα έκανε, φαντάζομαι, τον ίδιο να ξεραθεί στα γέλια, αν λάβουμε υπόψη πως η ανελέητη σάτιρά του είχε πάντα ως στόχο τόσο τη μυωπία της εξουσίας και τη μικροπρέπεια των φορέων της όσο και την τυραννία της ηλιθιότητας του κόσμου. Καρπός των οποίων δεν μπορεί παρά να είναι η διεκδίκηση ως προϊόντος εθνικού ενός πνεύματος παγκόσμιας και πανανθρώπινης εμβέλειας.
Στις «Νεκρές ψυχές», το πιο πολιτικό από τα έργα του, ο Γκόγκολ τα βάζει με θεσμούς σήμερα φαινομενικά ξεπερασμένους, όπως η δουλοπαροικία και η γραφειοκρατία της αυτοκρατορίας των τσάρων. Ωστόσο, στην εποχή της σαρωτικής αναθεώρησης των αναφαίρετων αξιών και των κεκτημένων δικαιωμάτων, όπου οι κρατικοί μηχανισμοί αναδεικνύονται σε απεχθές πραιτόριο του συστήματος, το μυθιστόρημα αυτό καθίσταται δυστυχώς πιο επίκαιρο από ποτέ. Μπορεί οι ψυχές των νεκρών να μην απειλούνται πια από κανέναν επιτήδειο γαιοκτήμονα, αλλά οι σύγχρονοι αφέντες Τσιτσικώφ είναι ικανοί και πρόθυμοι να συνεχίσουν να προσθέτουν και να αφαιρούν τις δικές μας τις ζωντανές ψυχές, προκειμένου να συνεχίσουν να πολλαπλασιάζουν τα κέρδη τους και εμάς να διαιρούν.
Οι «Νεκρές ψυχές», εκτός από τη μετάφραση του Ανδρέα Σαραντόπουλου, έχουν κυκλοφορήσει στα ελληνικά και από τις εκδόσεις Πέλλα, μεταφρασμένες από τον Α.Π. Ελευθερόπουλο και με τον τίτλο «Πεθαμένες ψυχές» από τις εκδόσεις Γράμματα και τον ΔΟΛ, μεταφρασμένες από κοινού από τον Σπύρο Σκιαδαρέση και τη Ρένα Χατχούτ.
Ο Ανδρέας Σαραντόπουλος, που μαζί με τον Άρη Αλεξάνδρου έχουν μεταφέρει στη γλώσσα μας όλα σχεδόν τα αριστουργήματα της ρωσικής λογοτεχνίας, έχει μεταφράσει επίσης για λογαριασμό των εκδόσεων Σ.Ι. Ζαχαρόπουλου και την ηρωική νουβέλα του Γκόγκολ «Τάρας Μπούλμπα».
Από τις πιο πρόσφατες ελληνικές γκογκόλιες μεταφράσεις θεωρώ πως ξεχωρίζουν τα θεατρικά του «Παντρολογήματα» από τον Ερρίκο Μπελιέ (εκδόσεις Ηριδανός) και «Οι παίκτες» από την Ευγενία Κριτσέφσκαγια (εκδόσεις Νεφέλη), η συλλογή διηγημάτων «Ο μαγικός κύκλος» από την Κίρα Σίνου (Εκδόσεις Καστανιώτη) και η κοινή έκδοση του «Παλτού» και του «Ημερολόγιου ενός τρελού» από τον Γιώργο Τσακνιά (εκδόσεις Πατάκη).
ΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ ΔΙΑΒΑΖΕΙ (ΕΚ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΩΝ): «Η πορεία προς την Κωνσταντινούπολη», του Patrick Leigh Fermor, εκδόσεις Μεταίχμιο, μετάφραση Μαίρη Βοσταντζή, Νίκος Κούτρας. Τα δύο πρώτα μέρη του έργου ζωής ενός από τους επιφανέστερους ταξιδιωτικούς συγγραφείς του 20ού αιώνα. Ένα γενναιόδωρο ανήσυχο αφήγημα, ό,τι πρέπει για αναγνώστες που δεν επιθυμούν να κάνουν τουρισμό στον χώρο και τον χρόνο. Το τρίτο μέρος της τριλογίας του Fermor, «Ατέλειωτος δρόμος», κυκλοφορεί αυτόνομα, από το Μεταίχμιο επίσης (σε μετάφραση Μυρσίνης Γκανά). «Οι τέσσερις εποχές του [Α]», της Ειρήνης Καραγιαννίδου, εκδόσεις Λογότεχνον. «Δε πα’ να σε κρύβει ο ορίζοντας του σεντονιού», όταν μιλάς με τέτοιους κραυγαλέους στίχους, δύσκολα περνάς απαρατήρητη. Τα ποιήματα της πρώτης συλλογής της κυρίας Καραγιαννίδου, παρά την έκθεσή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (προσωπικά εκεί τα πρωτογνώρισα), συγκεντρωμένα δημιουργούν έναν χάρτινο κόσμο τόσο θελκτικό, όπου αυτό το [Α] μόνο ως στερητικό δεν μπορεί να αναγνωσθεί. «Αργείς. Περνάμε ενσυνείδητα μεσάνυχτα».
εμφάνιση σχολίων