12
1
σχόλια
1199
λέξεις
ΣΙΝΕΦΙΛ

Ο σινεφίλ συντάκτης κάνει ένα αφιέρωμα στις ταινίες της σεζόν, αλλά και στον τρόπο που «επιβίωναν» οι σινεφίλ τα παλιά ελληνικά καλοκαίρια!

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΑΚΗΣ ΛΑΚΤΑΡΙΔΗΣ [email protected]
3 Αυγούστου 2013

ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΥΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΩΝ, στη μέση περίπου της δεκαετίας του ’90, οι κινηματογραφικές σεζόν ξεκινούσαν αργά το Σεπτέμβριο και τελείωναν νωρίς το Μάιο. Με το που άρχιζαν οι ζέστες, άνοιγαν οι θερινές αίθουσες ενώ οι χειμερινές κατέβαζαν ρολά κι έδιναν «Ραντεβού το Σεπτέμβριο», όπως έγραφαν στα ταμπλό των τίτλων που κρέμαγαν στις μαρκίζες τους.

Ανοιχτοί έμεναν μόνο οι πορνοκινηματογράφοι της περιοχής της Ομόνοιας. «Δύο Ταινίες Σεξ» και «Η Αίθουσα Κλιματίζεται» ήταν οι τίτλοι των ταμπλό, της δικής τους μαρκίζας. Νέες ταινίες δεν κυκλοφορούσαν. Οι θερινοί έπαιζαν σε επανάληψη τις ταινίες του προηγούμενου χειμώνα ή μετατρέπονταν σε αίθουσες ρεπερτορίου με εβδομαδιαία αφιερώματα σε σκηνοθέτες, ηθοποιούς ή κινηματογραφικά είδη και ρεύματα. Μια τέτοια Εβδομάδα, όπως τις ονόμαζαν, περιελάμβανε συνήθως τρεις ταινίες. Σε μια Εβδομάδα Ρόμπερτ Άλτμαν ας πούμε, κάποιος μπορούσε να δει Δευτέρα-Τρίτη το «Κλέφτες Σαν κι Εμάς», Τετάρτη-Πέμπτη το «Η Κυρία κι ο Χαρτοπαίκτης» και Παρασκευή-Σάββατο-Κυριακή το «Νάσβιλ, η Πόλη των Εκπλήξεων».






Αντίστοιχα, μια Εβδομάδα Νέου Γαλλικού Κύματος (sic) μπορούσε να περιλαμβάνει τρεις ταινίες από τρεις διαφορετικούς σκηνοθέτες του κινήματος ή μία Εβδομάδα Τζέιμς Ντιν, τις τρεις και μοναδικές ταινίες που (δεν) είχε προλάβει να ολοκληρώσει πριν από τον τραγικό θάνατό του. Για πάρα πολλά χρόνια, πριν από την έλευση του dvd και της επανέκδοσης κάθε πιθανού (και απίθανου) τίτλου, οι Εβδομάδες αυτές υπήρξαν για γενιές ολόκληρες σινεφίλ, το «φροντιστήριό» τους και ο μοναδικός τρόπος για να ενημερώσουν τις γνώσεις τους σε σχέση με παλαιότερους τίτλους της παγκόσμιας κινηματογραφικής παραγωγής.

Η λειτουργία των πολυκινηματογράφων, και το καλοκαίρι, έφερε και την ανάγκη κυκλοφορίας νέων ταινιών καθ' όλη τη διάρκειά του. Οι εταιρείες διανομής ανταποκρίθηκαν, δειλά στην αρχή, με ό,τι απέμενε στα συρτάρια τους από το χειμώνα και πιο δυναμικά αργότερα, όταν οι νέες ταινίες άρχισαν να ζητούνται πλέον πανελλαδικά από τους θερινούς αιθουσάρχες όλης της χώρας. Ακόμη και τότε όμως, οι καραμπινάτοι τίτλοι (βλέπε αμερικανικά καλοκαιρινά μπλοκμπάστερ) δεν έβγαιναν ποτέ πριν από τα Χριστούγεννα ή στην καλύτερη περίπτωση, την αργία της 28ης Οκτωβρίου. Η ιντερνετική πειρατεία ανάγκασε τελικά τα τελευταία χρόνια τους διανομείς να κυκλοφορούν (κυρίως) τους εμπορικούς τίτλους τους ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο. Και πάλι όμως, οι δικοί μας, φύλαγαν τα «καλύτερα» για το τέλος Αυγούστου, μετά την επιστροφή των αδειούχων στις εστίες τους.

Φέτος, καθώς η δημοσιονομική κρίση ελαχιστοποίησε τις διακοπές των κατοίκων των αστικών κέντρων και τα έσοδα των κινηματογράφων, είχαμε ένα μπαράζ από πρωτοκλασάτους εμπορικούς τίτλους μέσα στο καλοκαίρι, από το οποίο φαίνεται να έχει γλυτώσει μονάχα το «Δαχτυλίδι της Φωτιάς» του Γκιγιέρμο Δελ Τόρο.


Οι σεζόν πλέον τελειώνουν στις αρχές Αυγούστου και ξαναρχίζουν στο τέλος του, ενώ την έλλειψη των Εβδομάδων καλύπτουν πλέον οι πολυάριθμες επανεκδόσεις (καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου) και το «Ταινιόραμα» του Άστυ.

ΑΣ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΤΙΣ ΤΑΙΝΙΕΣ που μας άρεσαν περισσότερο από τη σοδειά της φετινής σεζόν. Η σειρά δεν έχει να κάνει με την αξία της κάθε ταινίας. Είναι εντελώς τυχαία. Έτσι όπως μας έρχονται στο νου.

Μας συγκίνησε και μας ταρακούνησε η δυναμική επιστροφή του Κιμ Κι-Ντουκ με το “Pieta”. Το βραβευμένο με το Χρυσό Λέοντα της Βενετίας, βίαιο και ταυτόχρονα λυρικό δράμα του μεγάλου νοτιοκορεάτη δημιουργού, ο οποίoς μέσα από ένα αμάλγαμα σεξουαλικά φορτισμένων χριστιανικών συμβολισμών και αρχαιοελληνικής τραγωδίας, μας αφήνει «έκθετους» σε έναν καταιγισμό δυνατών συναισθημάτων.


Πληθώρα συναισθημάτων κι από έναν άλλο μεγάλο ασιάτη δημιουργό. Ο Ανγκ Λι κατάφερε να επιπλεύσει (μαζί με τον ήρωά του) στην επιφάνεια των ειδικών εφέ που απαιτούσε η υπέροχη παραβολή του Γιαν Μαρτέλ, «Η Ζωή του Πι». Το παραμύθι του, που χρησιμοποιεί τους κώδικες του New Age, μόνο και μόνο για να το υπονομεύσει, βρήκε στο πρόσωπο του Λι τον ιδανικό οραματιστή.


Παραμυθένια με έναν πιο σκληρό και σκοτεινά ποιητικό τρόπο και τα «Μυθικά Πλάσματα του Νότου» του Μπεν Ζέιτλιν, μας γνώρισαν έναν πολλά υποσχόμενο νέο δημιουργό και την υπέροχη μικρή Κουβενζάνε Γουάλις στο συγκλονιστικό, αξέχαστο ρόλο της Χασπάπι.


Σκληρός, υπερβολικά σκληρός και ρεαλιστικός ο κόσμος των ελβετικών σκι σαλέ για τον μικρό Σιμόν, που αναγκάζεται να κλέβει τους τουρίστες για να μπορέσει να επιβιώσει μαζί με την αδερφή του, στο συνταρακτικό δράμα της Ούρσουλα Μέιγερ, «Η Αδερφή μου». Ιδανικός ερμηνευτής ο μικρός Κέισι Μότετ Κλάιν, στο ρόλο του αγοριού που η ζωή τον ενηλικιώνει με τον πιο βίαιο τρόπο.


Αντιθέτως, στο «Αγόρι που Τρώει το Φαγητό του Πουλιού» του Έκτορα Λυγίζου, ο ήρωας του τίτλου, αν και ενήλικος, περιφέρεται άβουλος και παραζαλισμένος, χωρίς να μπορεί να αντιδράσει στη βία της πείνας και της μοναξιάς σε μια Αθήνα μουδιασμένη από την οικονομική και την ηθική κρίση.


Ο Τόμας Βίντερμπεργκ με «Το Κυνήγι» του, μας θύμισε πόσο καλός σκηνοθέτης είναι και πόσο «ανατόμος» μπορεί να γίνει όταν έχει να κάνει με το σπάσιμο της βιτρίνας του «πολιτισμένου» βορρά της τακτοποιημένης ζωής και της προτεσταντικής ηθικής, μέσα από ένα περιστατικό πιθανής παιδικής κακοποίησης.


Ένας άλλος «Κυνηγός», αυτός του Ντάνιελ Νέτχαϊμ, μας υπενθύμισε πως αν και σπάνια βλέπουμε δείγματά του πλέον, το σινεμά της Αυστραλίας είναι πάντα ζωντανό και συναρπαστικά ενδιαφέρον (ακόμη περιμένουμε τον διανομέα που θα φέρει το συνταρακτικό, “Snowtown”). Ένα οικολογικό θρίλερ, στα αφιλόξενα δάση της Τασμανίας, για τα αλόγιστα εγκλήματα των πολυεθνικών εταιρειών σε βάρος του περιβάλλοντος, με τον ενεργό ρόλο, ακόμα κι αυτών των ίδιων, των υποτιθέμενων «προστατών» του.


Αφιλόξενα και τα δάση της Λευκορωσίας. Μόνο που βρισκόμαστε στο 1942, στη μέση του πολέμου και στο συγκλονιστικό δράμα του Σεργκέι Λόζνιτσα, «Το Πρόσωπο της Ομίχλης». Μια ιστορία για την προδοσία, την επιβίωση και τις προσωπικές επιλογές του καθενός μας σε περιόδους κρίσης. Κρυστάλλινη σκηνοθεσία με μια overall εικαστική δουλειά, που μας θυμίζει το ξεχασμένο μεγαλείο του ρωσικού σινεμά.


Στο “The Master”, ο αγαπημένος μας Πολ Τόμας Άντερσον απέδειξε για άλλη μια φορά γιατί, δικαίως, θεωρείται ο σπουδαιότερος aμερικανός σκηνοθέτης της γενιάς του, ενώ στο «Django: Ο Τιμωρός», ο Κουέντιν Ταραντίνο μας διέψευσε όταν πιστέψαμε πως το «Άδωξοι Μπάσταρδη» ήταν μόνο μια μικρή έκλαμψη μετά από μία μακριά περίοδο μετριότητας. Άπαιχτος! Μας συγκίνησε και «Tο Μεγάλο Ταξίδι της Ζαράφα» του Ρεμί Μπεζανσόν, που μας έφερε μνήμες από την παιδική μας ηλικία, ενώ τα ξεκαρδιστικά «Ραλφ: Η Επόμενη Πίστα» και «Paranorman: Μια Μεταφυσική Ιστορία» μπορούν να σταθούν επάξια, μέσα στις καλύτερες ταινίες της σεζόν.

Φυσικά μας άρεσαν πολλοί περισσότεροι τίτλοι. Αξίζει ν' αναζητήσετε τα: «Σώμα με Σώμα» του Ζακ Οντιάρ, «Μετά το Μάη» του Ολιβιέ Ασαγιάς, «Επίθεση» του Ζιάντ Ντουεϊρί, «Μαθήματα Ζωής» του Τόνι Κέι, «Άνεμος Ψυχής» του Μπενς Φλίγκαουφ, «Συγχαρητήρια στους Αισιόδοξους?» της Κωνσταντίνας Βούλγαρη, «Ένα Βήμα Μπροστά» του Δημήτρη Αθυρίδη, «Με Λένε Ερνέστο» του Μπεντχαμίν Άβιλα, «Θρέψε Κοράκια» του Κάρλος Σάουρα, «Ένα Καλοκαίρι» του Τζεφ Νίκολς, «Πριν τα Μεσάνυχτα» του Ρίτσαρντ Λικλέιτερ, «Ο Υπέροχος Γκάτσμπι» του Μπαζ Λούρμαν, «Χαμένος Παράδεισος» του Μιγκέλ Γκόμεζ, «Το Μερίδιο των Αγγέλων» του Κεν Λόουτς, «Πίσω από τους Λόφους» του Κριστιάν Μουνγκίου, “Iron Man 3” του Σέιν Μπλάκ, «Λόρενς για Πάντα» του Ξαβιέ Νολάν, «Το Χειρόγραφο της Σαραγόσα» του Wojciech Has, «Οι Άθλιοι» του Τομ Χούπερ, «Οδηγός Αισιοδοξίας»  του Ντέιβιντ Ο' Ράσελ, «Λίνκολν» του Σπίλμπεργκ, “Teddy Bear” του Μαντς Ματίεσεν, «Χιονάτη» του Πάμπλο Μπεργκέρ, «Ο Αξιαγάπητος Κύριος Λαζάρ»  του Φιλίπ Φαλαντρό, «Τα Παιδιά του Πολέμου» της Κέιτ Σόρτλαντ, «Μετά τη Λουτσία» του Μικέλ Φράνκο, “Cosmopolis” του Κρόνενμπεργκ, “Skyfall” και πολλές, πολλές άλλες. Καθόλου άσχημα, δεν νομίζετε: Προσθέστε και τις δικές σας. Ραντεβού το Σεπτέμβριο.


Μπορείτε να ανακαλύψετε όλες τις Ταινίες της Εβδομάδας σεζόν που πέρασε, από τον Χρυσοστομάκη Λακταρίδη, εδώ
 
εμφάνιση σχολίων