Ο Τιτανικός που ανέβηκε στη Γιουροβίζιον ήταν το Like A Prayer -η προσευχή δεν εισακούστηκε, η Μαντόνα βυθίστηκε. Αν είχες τα αυτιά και τα μάτια σου ανοιχτά διαπίστωνες εύκολα ότι η Μαντόνα δημιούργησε μια αβυσσαλέα μαύρη τρύπα στη διάθεση της βραδιάς.
Κακά τα ψέματα η Μαντόνα έχει αποφασίσει ότι όσο ζει θα βρίσκεται παντού. Η ερώτηση που επανέρχεται κάθε τόσο είναι διπλή και προέρχεται, η μία από τους φίλους της και η άλλη από τους εχθρούς της, που στις περισσότερες περιπτώσεις υπήρξαν φίλοι της: Οι φίλοι λένε: «μα δεν είναι υπέροχη ό,τι και να κάνει;». Την ίδια στιγμή οι πρώην φίλοι αναρωτιούνται: «μέχρι πότε θα μας βασανίζει;».
Παρ΄όλη την ανάγκη της για προσοχή που διατρέχει όλη την καριέρα της δεν μπορείς να μη φανταστείς την αμηχανία της όταν βλέπει μια εικοσάχρονη καινούργια Μαντόνα να κατακτάει την Φήμη -από την Μάιλι Σάιρους στην Λέιντι Γκάγκα η Μαντόνα θα ήθελε -σαν αδίστακτη ηρωίδα του Μποντ -το φιλί που τους δίνει να ήταν θανατηφόρο. Αν παρακολουθούσε όμως τα καλά ποπ τραγούδια που έβγαλαν πριν τρέξει να τις αγκαλιάσει, δηλαδή να ρουφήξει κι άλλη Φήμη θα μπορούσε να φτιάξει μερικά ωραία ποπ τραγούδια, και δεν θα έβγαζε όλα αυτά τα σκουπίδια που τραγουδάει.
Ναι, με ποπ φωνές καλύτερες από τη δική της η Μαντόνα μετά βίας φαίνεται ότι διαθέτει φωνή. Βεβαίως μην ξεχνάμε ότι ξεκίνησε ως χορεύτρια. Όταν είδε ότι ποτέ δεν θα γινόταν πρώτη αποφάσισε να στραφεί στο τραγούδι γιατί ενώ στο χορό δεν μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι καλός στο τραγούδι μπορείς να επιπλεύσεις και χωρίς φωνή. Η έλλειψη φωνής δεν την εμπόδισε να γίνει η πλουσιότερη τραγουδίστρια, να έχει τα περισσότερο Νο1 γυναικεία άλμπουμ στην Αγγλία, ή να βγάλει 408 εκ λίρες στην περιοδεία Sticky & Sweet το 2008, ή να είναι η γυναίκα τραγουδίστρια που μεταξύ 1983-2015 έχει πουλήσει 335 εκατομ. ή να κλείνει μαμούθ συμβόλαια με εταιρίες όπως η Vodafone, η Unilever και η Fuji.
Θα βγάλει ένα κανονικό υπέροχο trashy pop δίσκο ξανά; Τα τραγούδια από την τελευταία της δουλειά δεν γεννάνε καμία ελπίδα. Είναι περίεργο αλλά η αλληλοδιαδοχή εδώ και πάρα πολύ καιρό ασήμαντων τραγουδιών, φαίνεται ότι με δυσκολία κρύβει την περιφρόνηση της στο κοινό που την έκανε την τραγουδίστρια με τις μεγαλύτερες πωλήσεις του 20ού αιώνα. Αυτό όμως που σοκάρει είναι το γεγονός ότι είναι τελικά μια φυσική μετριότητα. Οι απόψεις της δε, οι δηλώσεις της, οι συνεντεύξεις της την τελευταία δεκαετία τουλάχιστον αποτελούν αιτία δυσφορίας- οι κοινοτοπίες για αγάπη και ισότητα, για νικητές και ειρήνη παραπέμπουν κατευθείαν σε συγκινημένες Μις Οτιδήποτε που θεωρούν ότι με μια μπαναλαρία θα γίνουν συμπαθείς.
Όταν η Μαντόνα εμφανίστηκε, έγινε το χαρακτηριστικό παράδειγμα του μεταφεμινιστικού γυναικείου θριάμβου- «Ω, με ενδιαφέρουν οι φεμινίστριες σε ό,τι κάνουν και ό,τι λένε, αλλά εγώ βιάζομαι». Η ανυπομονησία της έγινε κέρδος για το φεμινισμό. Οι γυναίκες από αυτήν και στο εξής μπορούσαν να διασκεδάζουν, να βγάζουν πολλά λεφτά και να επιστρέφουν πίσω τα χαστούκια που δέχονταν με διπλάσια δύναμη όπως και οι καλύτεροι των ανδρών. Η Μαντόνα, το ένα από τα οκτώ παιδιά ενός εργάτη πατέρα, -η μητέρα της πέθανε όταν ήταν έξι- κατάφερε γρήγορα να γίνει όχι απλώς διάσημη αλλά παγκόσμιο σύμβολο. Γιατί; Ήταν όμορφη αλλά όχι τόσο όμορφη, καλή χορεύτρια αλλά όχι τόσο καλή, καλή ηθοποιός αλλά μόνο όταν έπαιζε τον εαυτό της. Τότε; Δύναμη είναι η απάντηση, λύσσα για να πετύχει παρόλα τα εμπόδια, τις αντιξοότητες και τις λακκούβες. Κάτι που δεν διέθετε η Μέριλιν. Η Μαντόνα ήταν φυσικό φαινόμενο, μια δύναμη της φύσης, ήταν αυθεντική. Ήρθε, είδε, νίκησε.
Όχι τσιγάρα, όχι αλκοόλ, όχι κρέας, ούτε ναρκωτικά, ούτε καφεϊνη, ούτε τζανκ. Ποιος ξεκινάει τη μέρα του τρέχοντας 6 χλμ, ή κάνοντας, έξι με εφτά ώρες γυμναστική; Η Μαντόνα είναι μια βαρετή υγιεινίστρια. Κάποια στιγμή η Μαντόνα δήλωσε: «Η Μέριλιν Μονρόε ήταν θύμα. Εγώ δεν είμαι». Και αυτή είναι και η αχίλλειος πτέρνα της. Μπορεί να ζήσει για πολύ προσέχοντας τον εαυτό της αλλά είναι τα θύματα όπως η Μέριλιν που ζούνε για πάντα. Ο αυτοέλεγχός της Μαντόνα είναι αυτός που της στερεί την αθανασία που κατέκτησαν όλοι εκείνοι οι σταρ που δεν προφύλαξαν τον εαυτό τους- από τον Τζέιμς Ντιν και τον Τζιμ Μόρισον, στον Κομπέιν, στην Έιμι… Ο φεμινισμός κέρδισε με την Μαντόνα, έχασε όμως η μυθολογία.
Υ.Γ. Τα μίντια και οι επικρίσεις μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα αποτελούν ένα πολύ ευπρόσδεκτο μηχανισμό εκτόνωσης της ζηλοφθονίας. Ναι η Μαντόνα είναι πλούσια και διάσημη αλλά είναι φτιαγμένη από τα ίδια υλικά που είμαι φτιαγμένος εγώ κι εσύ που είμαστε κοινοί θνητοί. Και η Μαντόνα γερνάει και η Μαντόνα έχει τις άσχημες μέρες και εποχές της και η Μαντόνα έχει ατυχίες, αποτυχημένους γάμους και σχέσεις και η Μαντόνα χρειάζεται να κάνει εξαντλητικές δίαιτες και να ιδρώνει στο γυμναστήριο όπως εγώ κι εσύ. Ναι, τους λατρεύουμε, τους ανεβάζουμε, τους ανεβάζουμε, τους ανεβάζουμε για να τους κατεβάζουμε όποτε θέλουμε –η απόλαυση που νιώθουμε στα στραβοπατήματά τους είναι ένα τίμημα, μικρό ή μεγάλο, ανάλογα με τις αντοχές τους- που πρέπει να πληρώσουν οι διασημότητες ως διασημότητες.