Αρπαγή γεωργικής γης & νερού - Το φαινόμενο, η έκταση, η σημασία του & πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008, εκδηλώθηκε σε παγκόσμιο επίπεδο μια απότομη αύξηση της ζήτησης γης από δημόσιους και ιδιωτικούς επενδυτές, που απέκτησαν μεγάλες εκτάσεις για την παραγωγή τροφίμων και βιοκαυσίμων. Η τάση αυτή τροφοδοτήθηκε από την αύξηση των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας, που κατέστησε τη γη ως ένα περιουσιακό στοιχείο υψηλής απόδοσης.
Η σημαντική αλλαγή στην ιδιοκτησία της γης καθιερώθηκε στη δημόσια συζήτηση με τον όρο «Παγκόσμια Αρπαγή Γης» (“Global Land Grab”). Με την αρπαγή της γης είναι στενά συνυφασμένη και η «Αρπαγή του Νερού» (“Water Grabbing”), το οποίο είναι βασικό συστατικό της γης.
Στην Ελλάδα, μία χώρα με πολύ μικρό γεωργικό κλήρο, το φαινόμενο της «αρπαγής της γης» έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις
Η παραγωγή σχεδόν όλων των τροφίμων χρειάζεται απαραίτητα τόσο το έδαφος όσο και το νερό. Η αύξηση της ζήτησης γης ενισχύθηκε από την Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία υποστήριζε τις επενδύσεις σε γεωργική γη με το επιχείρημα ότι η αδρανής και μη αποδοτική γη πρέπει να ιδιωτικοποιηθεί για να αυξηθεί η παραγωγικότητα της γεωργίας. Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν ισχυρές αντιδράσεις μη κυβερνητικών οργανώσεων και πρωτοβουλιών ανά τον κόσμο, όπως της Πρωτοβουλίας για την Πολιτική Συμφωνία της Γης (Land Deal Politics Initiative-LDPI), με σκοπό τη διερεύνηση των επιπτώσεων της «αρπαγής της γης» στις αγροτικές περιοχές και στους κατοίκους της.
Οι πολυάριθμοι ορισμοί της «αρπαγής γης» που έχουν προταθεί από την επιστημονική κοινότητα προκύπτουν από τις διαφορετικές οπτικές υπό τις οποίες προσεγγίζεται το νέο αυτό φαινόμενο. Το φαινόμενο έχει χαρακτηρισθεί ως «αρπαγή γης», «εξαγορά γης μεγάλης κλίμακας», «μεγάλη ζήτηση γης», όροι που εκφράζουν σιωπηρές, αλλά υπαρκτές διαφοροποιήσεις σχετικά με τα αίτια, τον χαρακτήρα, τους μηχανισμούς, τις έννοιες και τις επιπτώσεις των σύγχρονων συναλλαγών της γης.
Ένας από τους ορισμούς που φαίνεται να ταιριάζει καλύτερα στα χαρακτηριστικά του φαινομένου, όπως αυτό εξελίσσεται διεθνώς, είναι ο ορισμός του Διεθνούς Συνασπισμού για τη Γη (International Land Coalition-ILC), σύμφωνα με τον οποίο «αρπαγή γης» είναι η εξαγορά ή παραχώρηση γης που χαρακτηρίζεται από κριτήρια, όπως η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η απουσία ελεύθερης και ενημερωμένης συγκατάθεσης των θιγόμενων χρηστών της γης, από την έλλειψη ενδελεχούς αξιολόγησης των κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεών της, καθώς και διαφανών συμβάσεων που ορίζουν με σαφήνεια ζητήματα που άπτονται των δραστηριοτήτων, της απασχόλησης, του δημοκρατικού σχεδιασμού, της ανεξάρτητης εποπτείας και της ουσιαστικής συμμετοχής των ενδιαφερόμενων μερών.
Η αιτιολόγηση της αρπαγής γίνεται συνήθως προβάλλοντας αναπτυξιακούς και περιβαλλοντικούς λόγους, την αντιμετώπιση κρίσεων, τη αξιοποίηση εγκαταλελειμμένων γαιών και την προστασία της άγριας φύσης.
Σε ό,τι αφορά την «αρπαγή του νερού» σημειώνεται ότι η σημασία της είναι μεγάλη, δεδομένου ότι περίπου το 20% των γεωργικών εκτάσεων παγκοσμίως, από τις οποίες παράγεται το 40% της παγκόσμιας ποσότητας τροφίμων, είναι αρδευόμενες. Οι επενδυτές σε γεωργικά έργα μεγάλης κλίμακας χρειάζεται, δηλαδή, να διασφαλίσουν ότι διαθέτουν σταθερή και ασφαλή πρόσβαση στον μεγάλο όγκο νερού που είναι αναγκαίος για την επίτευξη υψηλών καλλιεργητικών αποδόσεων.
Εξάλλου, η σύγχρονη δυναμική του παγκόσμιου κεφαλαίου σχετικά με την ενέργεια, τα τρόφιμα και τα περιβαλλοντικά ζητήματα έχουν ενταθεί σε τέτοιο βαθμό, που αναδεικνύουν το νερό σε εμπορικό περιουσιακό στοιχείο στρατηγική σημασίας.
Αν και το φαινόμενο συγκέντρωσης της γης εμφανίσθηκε αρχικά στις μη αναπτυγμένες χώρες, τελευταία παρουσιάζει σημαντική αύξηση και στις αναπτυγμένες χώρες δείχνοντας ότι εξελίσσεται σε μια γενικευμένη, μόνιμη τάση. Όπως περιγράφεται από τον φορέα ARC2020, το 1% των εκμεταλλεύσεων έλεγχε το 2024 το 70% των παγκόσμιων γεωργικών εκτάσεων, ενώ το 80% των εκμεταλλεύσεων ελέγχουν μόλις το 12% της γεωργικής γης.
Στην Ευρώπη το 3% των εκμεταλλεύσεων ελέγχουν το 52% της γης, ενώ το 75% των εκμεταλλεύσεων ελέγχουν μόλις το 11% της γης. Η μεγάλη αυτή ανισότητα είναι εφάμιλλη με την ένταση της ανισότητας σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Ενδεικτικά, στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική το 10% των εκμεταλλεύσεων ελέγχουν το 75% της γεωργικής γης, ενώ το 55% αυτών ελέγχουν μόνο το 3% της γης ενώ στη Νότια Ασία το 5% των εκμεταλλεύσεων ελέγχουν το 30% της γης.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) η «αρπαγή» γεωργικών εκτάσεων είναι ένα σχετικά περιορισμένο, αλλά υφέρπον φαινόμενο, που κατανέμεται με άνισο τρόπο. Καταγράφεται έλλειψη διαφάνειας σε μεγάλης κλίμακας συμφωνίες, στις οποίες η αρπαγή γεωργικών εκτάσεων λειτουργεί μέσω εξω-οικονομικών δυνάμεων. Στο φαινόμενο εμπλέκεται μεγάλη ποικιλία φορέων, όπως μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι, συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία ελέγχουν ένα συνεχώς αυξανόμενο μέρος της ευρωπαϊκής γης.
Η εξέλιξη του φαινομένου έχει προκαλέσει, ήδη από την προηγούμενη δεκαετία, σοβαρή πολιτική και κοινωνική ανησυχία κυρίως σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι συμφωνίες μεγάλης κλίμακας για αρπαγή γης εντός των χωρών μελών της ΕΕ ανέρχεται σε 166.359 ha, που κατανέμονται σε τρεις μόλις χώρες, τη Ρουμανία με ποσοστό 82,3%, τη Βουλγαρία με ποσοστό 12,86% και τη Λιθουανία με ποσοστό 4,84%.
Στην Ελλάδα, μία χώρα με πολύ μικρό γεωργικό κλήρο, το φαινόμενο της «αρπαγής της γης» έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις. Η αλλαγή χρήσης της γης -και ιδιαίτερα της παραγωγικής- ευνοείται ιδιαίτερα από συνεχείς νομοθετικές ρυθμίσεις που διευκολύνουν τη συρρίκνωση της γεωργικής γης, με άμεσο αποτέλεσμα τη μείωση της εγχώριας γεωργικής παραγωγής.
Η κύρια μορφή που έχει λάβει το φαινόμενο της «αρπαγής της γης» στην Ελλάδα αφορά την χρήση της από τον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) και ιδιαίτερα της ηλιακής (φωτοβολταϊκά συστήματα/ ΦΒΣ). Η λαθεμένη αυτή κυβερνητική πολιτική, η οποία ευνοεί την ανάπτυξη ΦΒΣ σε παραγωγική γη, με γνώμονα τα συμφέροντα των μεγάλων επιχειρήσεων ενέργειας, παραβλέπει την ύπαρξη σε όλη την επικράτεια τεράστιων εκτάσεων μη παραγωγικής γης στις οποίες θα μπορούσαν να εγκαθίστανται αυτά τα συστήματα.
Έτσι σήμερα, υπό το καθεστώς ιδιαίτερης εύνοιας των επενδυτικών σχεδίων μεγάλων εταιρειών παραγωγής ενέργειας σε βάρος της ανάπτυξης του πρωτογενή τομέα της γεωργίας, έχουμε οδηγηθεί σε «αρπαγή» μεγάλων παραγωγικών εκτάσεων σε ολόκληρη τη χώρα. Σημειώνεται ότι εξαιτίας του καθεστώτος αδιαφάνειας και της έλλειψης προσβάσιμων στοιχείων, δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί το μέγεθος του φαινομένου.
Η επέκταση του φαινομένου της «αρπαγής της γεωργικής γης» και κατ’ επέκταση του νερού εγείρει στη δημόσια συζήτηση και στις τοπικές κοινωνίες μεγάλες ανησυχίες, δεδομένου ότι συντείνει στην ευρεία κλίμακα αποχώρηση αγροτών από το αγροτικό επάγγελμα και την ύπαιθρο ενισχύοντας τη συγκέντρωση στα αστικά κέντρα.
Παράλληλα, διαμορφώνεται σταδιακά ένα νέο μοντέλο γεωργίας που δεν έχει ως βάση τις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις που προσιδιάζει στα χαρακτηριστικά της χώρας μας (μικρός κλήρος, μεγάλη βιοποικιλότητα, ανάγκη διατήρησης του πληθυσμού της υπαίθρου), αλλά τις μεγάλες βιομηχανικές μονάδες γεωργικής παραγωγής, όπως προτάθηκε δημόσια από την εταιρεία σύμβουλο της κυβέρνησης για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας, την HVΑ.
Συμπερασματικά, η «αρπαγή γης» είναι ένα φαινόμενο που εξαπλώνεται σταδιακά με μεγάλη ταχύτητα σε ολόκληρο τον κόσμο, απειλώντας την αλλαγή του μοντέλου γεωργικής παραγωγής και το κοινωνικό του υπόβαθρο στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη. Το φαινόμενο εισέβαλε με μεγάλη ταχύτητα και στην Ελλάδα προκαλώντας σοβαρά ζητήματα στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και γενικά στον πρωτογενή τομέα της γεωργίας.
Στα βασικά μέτρα που θα μπορούσαν να αναχαιτίσουν αυτή την τάση και τα προβλήματα που δημιουργεί συγκαταλέγονται:
Η χωροθέτηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας με κριτήρια που θα στοχεύουν στην προστασία του περιβάλλοντος, ιδίως της γεωργικής γης και στην κοινωνική συνοχή.Η αναθεώρηση του νομικού πλαισίου που καθορίζει την χρησιμοποίηση των φυσικών πόρων και ιδιαίτερα της γης. Πιο συγκεκριμένα, η κατάργηση της νομοθεσίας που αφήνει απροστάτευτη τη γεωργική γη με παράλληλη εφαρμογή της υπάρχουσας νομοθεσίας που προβλέπει την οριοθέτηση και την προστασία της (Ν. 2945/2001), η οποία δεν εφαρμόζεται.
Η διασφάλιση της δίκαιης μετάβασης και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τη διάρκεια του σχεδιασμού, της υλοποίησης και αξιολόγησης των απαραίτητων αλλαγών για τον μετριασμό και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή.
Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται ολοένα και πιο επιτακτική η πρόβλεψη ουσιωδών διαδικασιών για τη συμμετοχή της κοινωνίας στη διαμόρφωση των πολιτικών για τις ΑΠΕ, ώστε να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο που θα άρει τις αντιθέσεις που έχουν προκαλέσει οι κυβερνητικές πολιτικές μεταξύ αφενός της επιτακτικής ανάγκης για επίσπευση της ενεργειακής μετάβασης, και αφετέρου, της κρίσιμης -για την επισιτιστική ασφάλεια της χώρας και την περιφερειακή συνοχή- στήριξη της γεωργικής παραγωγής.
Ακολουθήστε μας στο Instagram και στο Facebook για να βλέπετε τα άρθρα που σας ενδιαφέρουν