Το Σπιρτόκουτο, η ταινία του Γιάννη Οικονομίδη, μεταμορφώνεται σε μιούζικαλ στην Στέγη: Σπιρτόκουτο: The Musical, Πόλεμος σε τέσσερις τοίχους!
Σπιρτόκουτο 20 χρόνια μετά. Μια ελληνική οικογένεια, μια Κυριακή του Αυγούστου. «Άνθρωποι που «ουρλιάζουν» ο καθένας τον δικό του σκοπό κι ο καθένας τους έχει τη δική του μουσική». Οι παθογένειες της αγίας ελληνικής οικογένειας, τα όνειρα ή τα τραγούδια των ονείρων τους, σε ένα πολυστυλιστικό μουσικό υπερθέαμα.ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΛΕΝΑ ΛΥΔΑΚΗ | ΦΩΤΟ: ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΖΕΡΒΟΣ
19 Οκτωβρίου 2022
Το οικογενειακό μακελειό με πρωταγωνιστή τον Δημήτρη, ιδιοκτήτη καφετέριας. Ένα μικροαστικό διαμέρισμα που στενάζει. Η βία χτυπάει κόκκινο, τα πρόσωπα μπαινοβγαίνουν στο «σπιρτόκουτο» με τραγούδια και μελωδίες της απόγνωσής τους. Η σύζυγος Μαρία, τα παιδιά, όλοι εναντίον όλων, και στη μέση ο σολίστας πάτερ φαμίλιας.
Πώς θα ήταν άραγε, αν αυτοί οι άνθρωποι τραγουδούσαν αντί να «φωνάζουν»; Κάπως έτσι το Σπιρτόκουτο γίνεται μιούζικαλ
Πώς θα ήταν άραγε, αν αυτοί οι άνθρωποι τραγουδούσαν αντί να μιλούν; Κάπως έτσι το Σπιρτόκουτο μεταμορφώνεται σε μιούζικαλ. Εννέα μουσικοί, έντεκα ερμηνευτές και πλήθος άλλων συντελεστών μεγεθύνουν την τραγελαφική πραγματικότητα της ελληνικής οικογένειας και, με οδηγό το πρωτότυπο μουσικό έργο των Γιάννη Νιάρρου και Αλέξανδρου Λιβιτσάνου, παρουσιάζουν μια καινούρια, αδιανόητη εκδοχή του θρυλικού Σπιρτόκουτου με την προτροπή #ftiaxtotobourdelo.
O Γιάννης Νιάρρος που έχει αναλάβει τη μουσική, τους στίχους και τη σκηνοθεσία αναφέρει: «Σε ένα έργο που καύσιμό του είναι η σύγκρουση των χαρακτήρων, η μουσική του αφήγηση δεν θα μπορούσε να μην περιλαμβάνει και τη σύγκρουση μουσικών ειδών. Οι χαρακτήρες της ελληνικής μας οικογένειας οπλίζονται ο καθένας το δικό του όπλο και μπαίνουν στον πόλεμο λοιπόν. Ο αθάνατος πατέρας-προστάτης-άντρακλας της ελληνικής οικογένειας δεν σταματάει ακόμα και 20 χρόνια μετά να «γαβγίζει», είτε με την ψυχολογική-σωματική βία είτε με τα σεξιστικά ελαφρολαϊκά τραγούδια του. Η «κορούλα μας» συνεχίζει το body-shaming στον ρυθμό της απόγνωσης και του κωλοπαιδισμού. Οι εικοσάχρονοι ανέραστοι trappers («ο γιόκας μου, ο πασάς μου») ονειρεύονται παρτούζες σε γαμηστρώνες με ναρκωτικά. Κι εμείς χορεύουμε στον ρυθμό, ενώ ονειρευόμαστε έναν κόσμο πολιτικά ορθό. Ο φόβος μου ότι οι παθογένειες της ελληνικής οικογένειας θα εξαλειφθούν/λειανθούν, αν το Σπιρτόκουτο αποδοθεί μουσικά, καταρρίφθηκε πλήρως. Όπως και η ελπίδα μου, ότι 20 χρόνια μετά το Σπιρτόκουτο θα έχουμε αλλάξει. Τελικά, όμως, το ελληνικό μιούζικαλ μπορεί να είναι σκληρό, ρεαλιστικό και ωμό κι εμείς έχουμε παραμείνει οι Έλληνες του 2002.»Η Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση, που έχει την καλλιτεχνική επιμέλεια για τη Στέγη στο Σπιρτόκουτο, σχολιάζει: «Φτιάξτο. Δεν είναι οι δυνατές φωνές που κάνουν το Σπιρτόκουτο εκκωφαντικό. Είναι οι ζωές των ανθρώπων. Όλων των ανθρώπων σε σπιρτόκουτα. Ακόμη κι αν οι ήρωες μιλούσαν ψιθυριστά, αφόρητα ψιθυριστά, πάλι εκκωφαντικό θα ήταν. Και τώρα που τραγουδούν, ματαιωμένες εμμονές υμνούν. Είναι αυτή η αγωνία, η μανία που βγαίνει στην εντολή «Φτιάξτο». Ο ανεμιστήρας παρών για να αναζωπυρώνει τη φωτιά και να υπενθυμίζει την ασφυξία. Και όλα αυτά με εκρήξεις πικρού γέλιου σαν απεγνωσμένες ανάσες. Φτιάξτο, φτιάξτο, φτιάξτο. Τι να πρωτοφτιάξεις;»