Οι πρόσφατες έρευνες για τις χημικές ουσίες του εγκεφάλου και την κοινωνική εξέλιξη υποδεικνύουν ότι πρέπει να επανεξετάσουμε τον ορισμό της μητρότητας
Η Παναγία και το Βρέφος με την Αγία Αικατερίνη τη Μεγαλομάρτυς και Μαρία Μαγδαληνή (1490), Τζιοβάνι ΜπελλίνιDOCTV.GR
7 Μαρτίου 2024
Φωτο: WikiCommons
Πριν και μετά την πρώτη συνάντηση της ανθρωπολόγου Sarah Blaffer Hrdy με τον εγγονό της, φρόντισε να φυλάξει δείγμα από το σάλιο της. Δύο εβδομάδες αργότερα, όταν ο σύζυγός της συνάντησε κι αυτός το νεογέννητο, τον προέτρεψε να κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα. Ύστερα, ανέλυσε τα δείγματα.
Οι εργαστηριακές εξετάσεις αποκάλυψαν ότι τα επίπεδα της Hrdy στην χημική ουσία του εγκεφάλου που ονομάζεται ωκυτοκίνη, και η οποία συνδέεται με τη μητρική δέσμευση, αυξήθηκαν κατά 63% το ίδιο βράδυ. Το σάλιο του συζύγου της παρουσίασε αύξηση 26% στην ωκυτοκίνη μετά την αρχική συνάντησή του συνάντηση με το βρέφος, αλλά αρκετές μέρες αργότερα το επίπεδο ανέβηκε επίσης στο 63%.
«Δεν υπήρχε καμία διαφορά στο τελικό αποτέλεσμα ανάμεσα σε εμένα και τον σύζυγό μου. Απλώς του πήρε λίγο περισσότερο και χρειάστηκε περισσότερη επαφή με τον εγγονό του για να φτάσει εκεί», λέει στο National geographic η ανθρωπολόγος που έχει ασχοληθεί εκτενώς με την ανθρώπινη μητρότητα.
Οι μητέρες που γεννούν και οι μητέρες που υιοθετούν, θα πρέπει να θεωρούνται και οι δύο «βιολογικές μητέρες», με βάση τις αλλαγές που συμβαίνουν στις ορμόνες τους όταν γίνονται γονείς
«Όλα τα θηλυκά θηλαστικά έχουν μητρικές αποκρίσεις ή ένστικτα, αλλά αυτό δεν σημαίνει, όπως συχνά θεωρείται, ότι κάθε γυναίκα που γίνεται μητέρα είναι αυτόματα έτοιμη να αναθρέψει τους απογόνους της», λέει η Hrdy. «Αντίθετα, οι μητέρες ανταποκρίνονται στα ερεθίσματα του βρέφους βήμα προς βήμα». Αλλά αυτό δεν ισχύει μόνο για τις γυναίκες: η Hrdy και ο σύζυγός της είναι παππούδες, αλλά δεν είναι καθόλου παράξενο το ότι και οι δύο εμφάνισαν παρόμοιες αυξήσεις στην ωκυτοκίνη, την ορμόνη που συνδέεται με τη μητρική δέσμευση.Επίσης οι μητέρες που γεννούν και οι μητέρες που υιοθετούν, θα πρέπει να θεωρούνται και οι δύο «βιολογικές μητέρες», με βάση τις αλλαγές που συμβαίνουν στις ορμόνες τους όταν γίνονται γονείς. «Και οι δύο υποβάλλονται σε παρόμοιους νευροενδοκρινολογικούς μετασχηματισμούς - ακόμη και αν δεν γεννούν ή δεν θηλάζουν», λέει η Hrdy.
Η έρευνα της Hrdy μιλά για τις πολλές αποχρώσεις της μητρότητας που είναι δυνατές στον άνθρωπο. Στις δυτικές κοινωνίες, η μητρότητα είναι σήμερα διαφορετική σε σχέση με αυτό που ήταν λίγες δεκαετίες πριν. Οι γυναίκες σήμερα καθυστερούν να αποκτήσουν παιδιά, κάνουν λιγότερα αλλά μπορούν να ζήσουν ευτυχισμένες και δίχως να αποκτήσουν απογόνους. Οι γονείς του ίδιου φύλου επίσης γίνονται όλο και περισσότερο αποδεκτοί. Ενώ όλοι έχουν μια μοναδική ιδέα για το τι σημαίνει να είσαι μαμά, η επιστήμη μπορεί να μας πει πολλά για το γιατί οι μητέρες όλων των ειδών συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο.
Από χημική άποψη, ένας από τους ισχυρότερους οδηγούς της συμπεριφοράς της μητέρας φαίνεται να είναι η περίφημη ορμόνη ωκυτοκίνη, καθώς επηρεάζει μια ποικιλία ρόλων στην αναπαραγωγή θηλαστικών, συμπεριλαμβανομένης της δέσμευσης ζεύγους, της συστολής της μήτρας και της απελευθέρωσης του μητρικού γάλακτος. «Ο οργασμός, η επαφή με τα μάτια, οι αγκαλιές, η τρυφερή αφή - όλα αυτά τα πράγματα απελευθερώνουν ωκυτοκίνη», λέει η Bianca J. Marlin, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο τμήμα νευροεπιστήμης του Πανεπιστημίου Columbia.
Το 2015, η Marlin συνυπέγραψε μια μελέτη στο περιοδικό Nature σχετικά με την επίδραση της ωκυτοκίνης στα ποντίκια. Όταν τα θηλυκά εργαστηριακά παρθένα ποντίκια άκουσαν τις κραυγές των νεογέννητων ποντικιών, τα αγνόησαν και σε μερικές περιπτώσεις τα κακοποίησαν. Έπειτα, έκαναν έγχυση στα παρθένα ποντίκια με ωκυτοκίνη. Κι εκείνα σταμάτησαν να αγνοούν ή να κακοποιούν κι έμαθαν να φροντίζουν τα μωρά ποντίκια με τον ίδιο τρόπο που έκαναν και οι μητέρες.
Όταν η ομάδα της Marlin έδωσε ωκυτοκίνη σε αρσενικά ποντίκια, διαπίστωσε ότι χρειάστηκαν λίγο περισσότερο χρόνο από τα παρθένα θηλυκά για να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους, αλλά τελικά την άλλαξαν: «Τα θηλυκά ποντίκια χρειάστηκαν 12 ώρες, τα αρσενικά 3-5 ημέρες».
Πέρα από την καθαρή βιολογία, οι κοινωνικές δομές έχουν επίσης παίξει -και εξακολουθούν να παίζουν- μεγάλο ρόλο στην κατανόηση της μητρότητας
Αυτό σημαίνει ότι οι θηλυκοί εγκέφαλοι είναι ριζικά συνδεδεμένοι με τη μητρότητα; Οι ενδείξεις των ποντικιών δεν είναι αρκετές, υποστηρίζει η Daphna Joel, νευρολόγος από το Πανεπιστήμιο του Tel-Aviv. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πώς ο ανθρώπινος εγκέφαλος απαντά στις ορμονικές μετατοπίσεις. Σε μια μελέτη του 2015 που δημοσιεύτηκε στα Πρακτικά της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών, η Joel και οι συνεργάτες της εξέτασαν εάν η επιστήμη θα μπορούσε να διακρίνει οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ του αρσενικού και του γυναικείου εγκεφάλου στους ανθρώπους. Διαπίστωσαν ότι ο εγκέφαλος των περισσότερων ανθρώπων αποτελείται από ένα μοναδικό μωσαϊκό χαρακτηριστικών, μερικά από τα οποία είναι πιο συνηθισμένα στις γυναίκες σε σύγκριση με τους άνδρες και άλλα πιο συνηθισμένα στους άντρες σε σύγκριση με τις γυναίκες. Ορισμένα είναι κοινά και στους δύο εγκεφάλους.Πέρα από την καθαρή βιολογία, οι κοινωνικές δομές έχουν επίσης παίξει –και εξακολουθούν να παίζουν– μεγάλο ρόλο στην κατανόηση της μητρότητας. Για να καταλάβουμε πώς το περιβάλλον έχει επηρεάσει τη γονική φροντίδα του ανθρώπου, οι ανθρωπολόγοι συχνά κοιτάζουν τα πρωτεύοντα θηλαστικά, καθώς και τις σύγχρονες φυλές των κυνηγών-συλλεκτών. Σύμφωνα με τη ανθρωπολόγο του Πανεπιστημίου της Γιούτα, Kristen Hawkes, στις δύσκολες συνθήκες που επικρατούσαν στην Αφρική πριν από 2 εκατ. χρόνια, μια μητέρα δεν μπορούσε να αποκτήσει το επόμενο παιδί της, αν προηγουμένως δεν είχε διασφαλίσει τη διατροφή του υπάρχοντος. Κάπου εδώ εισήλθε και ο ζωτικός ρόλος των γιαγιάδων, που ανέλαβαν να βρίσκουν τροφή για τα εγγόνια τους.
Σήμερα, ανάλογη γονική μέριμνα από γιαγιάδες και λοιπούς συγγενείς, μπορεί να επιτρέψει στις εργαζόμενες μητέρες να επιστρέψουν στις δουλειές τους. Όμως, οι γυναίκες στις ανεπτυγμένες χώρες επιλέγουν όλο και πιο συχνά να καθυστερήσουν ή ακόμα και να παραλείψουν τη μητρότητα εντελώς.
«Στην σύγχρονη δυτική κοινωνία, δεν μετράμε την αξία μιας γυναίκας τόσο πολύ από τη δυνατότητα μιας γυναίκας να γίνει μητέρα ή να έχει παιδιά πια. Συχνά μετράμε την αξία της με το τι είδους δουλειά έχει ή αν οδηγεί καλό αυτοκίνητο» λέει η ανθρωπολόγος Lisa McAllister. «Σήμερα, πολλοί άνδρες και γυναίκες απλώς δεν θέλουν παιδιά. Δεν έχουν αυτό το «μητρικό ένστικτο» ή έχει μετατοπιστεί, όπως και η αξία ή το μέτρο της επιτυχίας. Η εσωτερική μας ψυχολογία για το πώς μετράμε την επιτυχία, έχει αλλάξει. Έχουμε εξελιχθεί ώστε να επιδιώκουμε την ευτυχία μας με πολλούς τρόπους».
Διαβάστε επίσης:
ΕΡΕΥΝΑ: Αφήστε τα παιδιά να βαρεθούν
ΕΡΕΥΝΑ: Με και χωρίς αγάπη
ΕΡΕΥΝΑ: Οι πετυχημένες σχέσεις
εμφάνιση σχολίων