«Είναι γνωστή σε όλους η “κρίση ηλικίας” που ταλανίζει τους ανυποψίαστους μεσήλικες». Από τον Ευστράτιο Παπάνη
Αν και πολλά έχουν γραφτεί για την αυτοεκτίμηση και την καλλιέργειά της κατά την παιδική και εφηβική ηλικία, λίγα είναι γνωστά για τις ψυχολογικές διεργασίες που συντελούνται μετά την ηλικία των 40 ετών.DOCTV.GR
21 Ιουνίου 2019
Είναι γνωστή σε όλους η «κρίση ηλικίας» που ταλανίζει τους ανυποψίαστους μεσήλικες, με τα συνοδευτικά καταθλιπτικά ή μεγαλομανιακά επεισόδια. Όμως δεν έχει εξηγηθεί επαρκώς η φόρτιση που συνοδεύει τη συνειδητοποίηση του περάσματος μιας διχοτομικής γραμμής, που χωρίζει τη ζωή στα δύο και την κατανόηση πως τα υπολειπόμενα χρόνια είναι στατιστικώς λιγότερα από αυτά που προηγήθηκαν.
Εάν δεν έχει επιτευχθεί η συμφιλίωση με τα φαντάσματα του παρελθόντος στα 40, τα χρόνια που έπονται θα είναι οδυνηρά
Η σειρά των αναμμένων κεριών του Καβάφη αυξάνεται εξαιρετικά γρήγορα και ο αναστοχασμός είναι απαραίτητος για την ομαλή προσαρμογή του ατόμου. Δυστυχώς οι άνθρωποι που προσεγγίζουν το κρίσιμο αυτό μεταίχμιο πρέπει να αντιμετωπίσουν αρκετές σκληρές παραδοχές:-Υπάρχουν χιλιάδες συνάνθρωποι που δεν κατάφεραν να προσεγγίσουν αυτή την ηλικία, και επομένως η δυνατότητα συνέχισης της ύπαρξής μας πρέπει να θεωρείται δώρο.
-Ό,τι δεν έχει επιτευχθεί σε προηγούμενες ηλικίες, μπορεί να επαναληφθεί και να βιωθεί μόνο ως παρωδία. Κάθε εξελικτική περίοδος έχει τις δικές της ανάγκες και απαιτήσεις και η οπισθοδρόμηση για τη λύση καθηλώσεων και αγκυλώσεων του παρελθόντος επιτυγχάνεται μόνο μέσω ψυχοθεραπείας. Αν, για παράδειγμα, κάποιος δεν έχει ζήσει τους μεγάλους έρωτες κατά την εφηβεία και δεν έχει παραφρονήσει για την καρδιά μιας ή ενός ιδεατού συντρόφου, θα γελοιοποιηθεί εάν το επιχειρήσει στα 50.
-Εάν δεν έχει επιτευχθεί η συμφιλίωση με τα φαντάσματα του παρελθόντος στα 40, τα χρόνια που έπονται θα είναι οδυνηρά. Η συνέχιση της πορείας προϋποθέτει την εναργή ενατένιση των σχέσεων με τα πρόσωπα, που μας καθόρισαν κατά τα προηγούμενα στάδια, τη νοερή συνομιλία με αυτά, τον επαναπροσδιορισμό με καθαρή, απολογητική σκέψη των δεδομένων και τη συναισθηματική αποκατάστασή τους με αρωγό την εμπειρία και τον κριτικό λόγο.
Οι εσχατολογικές αυτές καταστάσεις είναι εκείνες, που καθορίζουν την αξία που αποδίδουμε στον εαυτό, γιατί τελικά η αυτοεκτίμηση δεν είναι παρά η σχέση που έχουμε με το θάνατο
Οι πράξεις του παρελθόντος δεν παραγράφονται, αλλά όσο υπάρχει η δυνατότητα, μπορούν να επαναδιαπραγματευθούν. Καθώς η ηλικία προχωρά, μειώνονται οι επιλογές, τα γνωστικά σχήματα γίνονται πιο άκαμπτα και οι αυτοαξιολογήσεις δριμύτερες.Οι πιθανότητες είναι πολωτικές: είτε αναμετρώντας τα πεπραγμένα θεωρούμε ότι καλώς πολιτευθήκαμε και οδηγούμαστε ήρεμα προς την κορύφωση της ολοκλήρωσης, είτε διαπιστώνουμε ότι δράσαμε σαν να είμαστε κάποιοι άλλοι, οπότε η μέση ηλικία είναι η έσχατη ευκαιρία αλλαγής.
Μετά τα 40 οι κοινωνικοί ρόλοι έχουν παγιωθεί, η ταυτότητα του «εγώ» έχει σταθεροποιηθεί, οι σεξουαλικές επιλογές έχουν αποκτήσει ωριμότητα και η θέση στην κοινωνία έχει καθοριστεί.
Συχνά, όμως, ανεξέλεγκτα γεγονότα αλλοιώνουν την αυτοαντίληψη και την κοσμοθεωρία γενικότερα: αρρώστιες αγαπημένων προσώπων, θάνατοι γονέων –για πολλούς η απώλεια της μητέρας ισοδυναμεί με την αναντικατάστατη έλλειψη του ανθρώπου που περισσότερο από όλους τους είχε αγαπήσει– προβλήματα παιδιών, ξαφνικά διαζύγια, αποξένωση αγαπημένων φίλων κ.λ.π.
Οι αλλαγές στον οργανισμό με την πάροδο της ηλικίας μπορούν να ταξινομηθούν σε μεταβολές στο γνωστικό τομέα, στην προσωπικότητα και στην προσαρμογή
Οι εσχατολογικές αυτές καταστάσεις είναι εκείνες, που καθορίζουν την αξία που αποδίδουμε στον εαυτό, γιατί τελικά η αυτοεκτίμηση δεν είναι παρά η σχέση που έχουμε με το θάνατο. Κατά τα χρόνια που ακολουθούν, το σώμα δε θα έχει τις ίδιες βιολογικές δυνατότητες και η στωική αποδοχή αυτής της διαπίστωσης σε μια κοινωνία, που θέτει αξιακά πρότυπα ισχύος, ρώμης και επιθυμητής εξωτερικής εμφάνισης, είναι βασική. Ο φόβος της επικείμενης γήρανσης συνδέεται με πλήθος ψυχολογικών προβλημάτων και κυρίως με την κατάθλιψη.Οι αλλαγές στον οργανισμό με την πάροδο της ηλικίας μπορούν να ταξινομηθούν σε μεταβολές στο γνωστικό τομέα, στην προσωπικότητα και στην προσαρμογή. Όσον αφορά τον πρώτο, παρατηρείται αδυναμία πρόσκτησης νέας γνώσης, η οποία όμως δεν ισχύει, εφόσον τα καινούργια ερεθίσματα αναφέρονται σε δεξιότητες που ήδη κατείχε το άτομο.
Για παράδειγμα, μια νέα πληροφορία για το επάγγελμα αποθηκεύεται πολύ πιο άνετα σε σύγκριση με ένα εντελώς καινοφανές ερέθισμα. Τελευταίες έρευνες έχουν αποδείξει ότι η απώλεια της μνήμης είναι επιλεκτική (τα άτομα ξεχνούν συμβάντα και πληροφορίες που δεν τους ενδιαφέρουν) και δεν αφορά τη μακροπρόθεσμη, αλλά τη βραχυπρόθεσμη μνήμη.
Τα νέα γι’ αυτούς ερεθίσματα πρέπει να παρουσιάζονται με ολοένα και πιο αργούς ρυθμούς, ενώ οι ασκήσεις απομνημόνευσης, το διάβασμα και η ενεργός συμμετοχή σε δραστηριότητες αποτρέπουν την εμφάνιση του φαινομένου. Η απώλεια γνώσης είναι παθολογική κατάσταση και μπορεί να εμφανιστεί σε όλες τις ηλικίες, αλλά στους νέους αποδίδεται στο άγχος και την κούραση, ενώ στους μεγαλύτερους στην ηλικία.
Ο Ευστράτιος Παπάνης είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
Διαβάστε επίσης:
Η αυτοεκτίμηση
Η ανατομία της ζήλιας
Η αυτοεκτίμηση και άγχος
εμφάνιση σχολίων