Μπορούμε να καθορίσουμε τη θετική άποψη της αξίας που πιθανόν υπάρχει σε κάθε εξέγερση, συγκρίνοντας τη με μια παντελώς αρνητική έννοια, όπως για παράδειγμα την μνησικακία, έτσι όπως την προσδίδει ο Σέλερ. Πράγματι, η κίνηση της εξέγερσης είναι κάτι περισσότερο από μια πράξη διεκδίκησης, με την πιο έντονη σημασία της λέξης.
Η μνησικακία ορίζεται πολύ σωστά από τον Σέλερ ως μια αυτοτοξίνωση, ως η βλαβερή έκκριση, σε κλειστό χώρο, μιας παρατεταμένης ανικανότητας. Η εξέγερση, αντίθετα, τεμαχίζει τον άνθρωπο και τον βοηθά να δει πέρα από το άτομο του. Ελευθερώνει κύματα που από στάσιμα γίνονται ορμητικά. Ο ίδιος ο Σέλερ τονίζει την παθητική πλευρά της μνησικακίας, παρατηρώντας τη σημαντική θέση που κατέχει στην ψυχολογία που κλίνουν προς τον πόθο και την κτητικότητα. Απεναντίας, στην πηγή της εξέγερσης υπάρχει μια αρχή πληθωρικής δραστηριότητας και ενέργειας. Ο Σέλερ έχει, επίσης, δίκιο όταν αναφέρει ότι ο φθόνος χρωματίζει έντονα τη μνησικακία.
Μα φθονούμε κάτι που δεν έχουμε, ενώ ο εξεγερμένος υπερασπίζεται αυτό που είναι. Δεν διεκδικεί μόνο ένα αγαθό που δεν έχει ή που του στέρησαν. Επιδιώκει ν΄ αναγνωρίσουν οι άλλοι αυτό που έχει και που ο ίδιος το έχει ήδη αναγνωρίσει, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, ως κάτι πιο σπουδαίο απ’ αυτό που θα μπορούσε να φθονήσει.
Η εξέγερση δεν είναι ρεαλιστική. Πάντα σύμφωνα με τον Σέλερ, η μνησικακία, αναλόγως με το αν αναπτύσσεται σε μια δυνατή ή σε μια αδύναμη ψυχή, μεταβάλλεται σε αριβισμό ή πικρία. Και στις δύο περιπτώσεις ωστόσο, θέλουμε να γίνουμε κάτι διαφορετικό απ΄αυτό που είμαστε. Η μνησικακία στρέφεται πάντα εναντίον αυτού που τη νιώθει. Αντίθετα, η πρώτη κίνηση του εξεγερμένου είναι να αρνηθεί στους άλλους να θίξουν αυτό που είναι. Αγωνίζεται για την ακεραιότητα μιας πλευράς του εαυτού του. Αρχικά, δεν ζητά να κατακτήσει, αλλά να επιβάλει.
Τέλος, φαίνεται ότι η μνησικακία απολαμβάνει εκ των προτέρων την οδύνη που θα ήθελε να νιώσει το αντικείμενο της κακίας της. Ο Νίτσε και ο Σέλερ πολύ σωστά βλέπουν μια θαυμάσια απεικόνιση αυτής της ευαισθησίας στο απόσπασμα όπου ο Τερτυλλιανός πληροφορεί τους αναγνώστες του πως, στον ουρανό, η μεγαλύτερη πηγή ευδαιμονίας για τους μακάριους ανθρώπους θα είναι το θέαμα των Ρωμαίων αυτοκρατόρων που θα σιγοκαίγονται στην κόλαση. Παρόμοια ευδαιμονία ένιωθαν οι καλοί άνθρωποι που παρακολουθούσαν τις δημόσιες εκτελέσεις.
Η εξέγερση, αντίθετα, έχει ως αρχή να περιορίζεται στην άρνηση της ταπείνωσης, χωρίς να απαιτεί την ταπείνωση των άλλων. Υπομένει ακόμη και τον πόνο αρκεί να σέβονται την ακεραιότητά της.
Καμύ: Ο επαναστατημένος άνθρωπος, εκδ. Πατάκης, μεταφραση · Νικη Καρακιτσου-Dougé. Μεταφραση · Μαρια Κασαμπαλογλου-Roblin. Αλμπέρ Καμύ (7 Νοεμβρίου 1913 - 4 Ιανουαρίου 1960). Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), για το οποίο δούλεψε ως σκηνοθέτης, διασκευαστής και ηθοποιός. Ανάμεσα στα πιο γνωστά του έργα, περιλαμβάνονται τα μυθιστορήματα Ο Ξένος και Η Πανούκλα, τα θεατρικά Καλλιγούλας και Οι Δίκαιοι, αλλά και τα φιλοσοφικά δοκίμια Ο Μύθος του Σίσσυφου και Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος. Το 1957 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Ακολουθήστε μας στο Instagram και στο Facebook για να βλέπετε τα άρθρα που σας ενδιαφέρουν