Καχυποψία, εσωστρέφεια, αντικοινωνικότητα, αυτό γίναμε φοβούμενοι μην πληγωθούμε. Και τι καταφέραμε; Να ξυπνάμε και αντί να βλέπουμε στο διπλανό μαξιλάρι έναν άνθρωπο, έναν δικό μας άνθρωπο, να βλέπουμε τον τοίχο, τον τοίχο που μας χαρακτηρίζει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Χάνεσαι στην όψη του τοίχου, στο κενό του, τη σκληρότητά του που έχει βιώσει μαζί σου κάθε στιγμή, στιγμές χαράς, ηδονής, έρωτα και τώρα τίποτα. Κρατάς την αναπνοή σου για λίγο και φυσάς, μπας και φύγει αυτό το βάρος που κουβαλάς τόσο καιρό μέσα σου, μα πού να πάει, είναι κομμάτι σου πια…
Το βράδυ βγαίνεις στο μπαλκόνι έτσι στα κρυφά από τους γονείς σου να κάνεις ένα τσιγάρο να ηρεμήσεις και ύστερα μπαίνεις μέσα στο δωμάτιό σου με βαριά καρδιά αφού έχεις χαωθεί και ξαπλώνεις. Σβήνεις το φως και χάνεσαι στο σκοτάδι για λίγη ώρα και φοβάσαι μη δεις ξανά εκείνο το όνειρο που θες τόσο να φωνάξεις και δεν βγαίνει η φωνή. Ναι, σίγουρα αυτό είναι το χειρότερο, μέχρι να σε πάρει ο ύπνος ξανά.
εμφάνιση σχολίων